Κύριες μεταφράσεις |
remain⇒ vi | (continue to be) | παραμένω ρ αμ |
| The account remains in existence. |
| Ο λογαριασμός παραμένει σε ισχύ. |
remain vi | (stay behind) | μένω, παραμένω ρ αμ |
| He went out, while she remained at home. |
| Αυτός βγήκε, ενώ εκείνη έμεινε (or: παρέμεινε) σπίτι. |
remain vi | (be left) | απομένω, μένω ρ αμ |
| (δεν χρειάζομαι) | περισσεύω ρ αμ |
| Three slices of pizza remain. |
| Απέμειναν (or: έμειναν) τρία κομμάτια πίτσα. |
remains npl | (corpse, dead body) | σορός ουσ θηλ |
| | λείψανα ουσ ουδ πλ |
| His remains are in the casket, and will be buried tomorrow. |
| Η σορός του είναι στο φέρετρο και θα ταφεί αύριο. |
remains of [sth] npl | (fossils) (με γενική) | απομεινάρι, κατάλοιπο ουσ ουδ |
| These stones are marked with the remains of prehistoric fish. |
| Αυτές οι πέτρες έχουν σημαδευτεί από απομεινάρια προϊστορικών ψαριών. |
remains of [sth] npl | (ruins) | ερείπια ουσ ουδ πλ |
| | χαλάσματα ουσ ουδ πλ |
| The remains of the ancient city were fascinating. |
| Τα ερείπια της αρχαίας πόλης ήταν συναρπαστικά. |
remains npl | (food: leftovers) | φαγητό που περίσσεψε, φαγητό που έμεινε φρ ως ουσ ουδ |
| | απομεινάρια, περισσεύματα ουσ ουδ πλ |
| (κάπως αρνητικό) | αποφάγια ουσ ουδ πλ |
| After dinner, Don put the remains into containers and stored them in the refrigerator. |
| Μετά το βραδινό ο Ντον έβαλε το φαγητό που περίσσεψε σε δοχεία και το φύλαξε στο ψυγείο. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Η Μαίρη δεν πρόλαβε να μαγειρέψει σήμερα και μας τάισε με τα χθεσινά αποφάγια. |
remains of [sth] npl | figurative (what is left: of [sth]) | απομεινάρια, υπολείμματα ουσ ουδ πλ |
| | ό,τι έμεινε, ό,τι απέμεινε έκφρ |
| The remains of an ancient civilization were discovered in southern France. |
| Στη Νότια Γαλλία ανακαλύφθηκαν τα απομεινάρια ενός αρχαίου πολιτισμού. |
| Στη Νότια Γαλλία ανακαλύφθηκε ό,τι απέμεινε από έναν αρχαίο πολιτισμό. |
remains npl | (remaining stock) | που περίσσεψε, που έμεινε περίφρ |
| | υπόλειμμα, περίσσευμα ουσ ουδ |
| | ό,τι έμεινε, ό,τι απέμεινε έκφρ |
| The remains from last season's clothes are on the discount rack. |
| Τα ρούχα που έμειναν από την τελευταία σεζόν βρίσκονται στο ράφι με τις εκπτώσεις. |
| Ό,τι απέμεινε από τα ρούχα της τελευταίας σεζόν βρίσκεται στο ράφι με τις εκπτώσεις. |