survive

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/sərˈvaɪv/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/sɚˈvaɪv/ ,USA pronunciation: respelling(sər vīv)

Inflections of 'survive' (v): (⇒ conjugate)
survives
v 3rd person singular
surviving
v pres p
survived
v past
survived
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
survive vi (remain alive)επιβιώνω ρ αμ
  επιζώ ρ αμ
 The fox survived after escaping from the trap.
 Η αλεπού ξέφυγε απ' την παγίδα και κατάφερε να επιβιώσει.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Κανένας δεν επέζησε του αεροπορικού δυστυχήματος.
survive vi (continue to exist) (έμβια όντα)επιβιώνω ρ αμ
  (άψυχα αντικείμενα)σώζομαι, διασώζομαι ρ αμ
  αντέχω ρ αμ
 Cockroaches have survived for millions of years.
 Οι κατσαρίδες επιβιώνουν εδώ και εκατομμύρια χρόνια.
survive [sth] vtr (endure)αντέχω ρ αμ
  (μεταφορικά)επιζώ ρ αμ
  βγαίνω ζωντανός έκφρ
 I can't believe I survived that terrible ordeal.
 Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι άντεξα αυτή την απαίσια ταλαιπωρία.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
survive [sb] vtr usu passive (left living after [sb]'s death)ζω περισσότερο από κπ περίφρ
  (αυτός που πεθαίνει)αφήνω πίσω μου κπ περίφρ
 The accident victim was survived by his wife and two children.
 Το θύμα του ατυχήματος άφησε πίσω του γυναίκα και δύο παιδιά.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
survive on [sth] vi + prep (stay alive with only)επιβιώνω με κτ ρ αμ + πρόθ
  τα βγάζω πέρα με κτ περίφρ
 I can survive on four hours' sleep a night if I have to.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'survive' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: survive the [winter, heat, night], is not expected to survive the [night, next 24 hours], do not survive [beyond the age of five, to adulthood], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση survive στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «survive».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!