abandon

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈbændən/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/əˈbændən/ ,USA pronunciation: respelling(ə bandən)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
abandon [sb/sth] vtr (leave forever: person, pet)εγκαταλείπω, αφήνω ρ μ
  (καθομιλουμένη)παρατάω, παρατώ ρ μ
 Jack abandoned his girlfriend and never spoke to her again.
 Ο Τζακ εγκατέλειψε την κοπέλα του και δεν της ξαναμίλησε ποτέ.
abandon [sth] vtr (leave, neglect: place)εγκαταλείπω, αφήνω ρ μ
  (καθομιλουμένη)παρατάω, παρατώ ρ μ
 The family abandoned their house and fled the country.
 Η οικογένεια εγκατέλειψε το σπίτι της κι έφυγε από τη χώρα.
abandon [sth] vtr (leave: object)αφήνω ρ μ
  (καθομιλουμένη)παρατάω, παρατώ ρ μ
 Susan abandoned her book on the train.
 Η Σούζαν άφησε το βιβλίο της στο τρένο.
abandon [sth] vtr (stop doing, working on [sth])εγκαταλείπω, αφήνω ρ μ
  (καθομιλουμένη)παρατάω, παρατώ ρ μ
 I won't abandon this project; I plan to see it through to the end.
 Δε θα εγκαταλείψω αυτό το πρότζεκτ. Σχεδιάζω να το συνεχίσω μέχρι να τελειώσει.
abandon n (lack of moderation)χωρίς μέτρο φρ ως επίρ
  ξέφρενα, ασύστολα, αχαλίνωτα επίρ
  (κατά λέξη)έλλειψη μέτρου περίφρ
 The hungry diners tucked into the meal with abandon.
 Οι πεινασμένοι πελάτες καταβρόχθισαν το γεύμα τους χωρίς μέτρο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
abandon [sth] to [sb/sth] vtr + prep (give up control of) (κάτι σε κάποιον)παραδίδω ρ μ
  (κάτι σε κάποιον)αφήνω ρ μ
 The army abandoned the territory to the indigenous peoples.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
abandon hope vtr + n (give up all hope forever)χάνω τις ελπίδες μου, εγκαταλείπω κάθε ελπίδα έκφρ
  παύω να ελπίζω έκφρ
 The relatives of the missing say they are not ready to abandon hope.
abandon hope of doing [sth] v expr (give up all hope of doing)παύω να ελπίζω ότι θα κάνω κτ έκφρ
  χάνω τις ελπίδες μου ότι θα κάνω κτ, εγκαταλείπω κάθε ελπίδα ότι θα κάνω κτ έκφρ
 Jim abandoned hope of seeing Sarah again.
abandon yourself to [sth] v expr (surrender to [sth]: desires, etc.) (μεταφορικά: π.χ. σε απολαύσεις)παραδίδομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
  ενδίδω σε κτ ρ αμ + πρόθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'abandon' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: [drink, sing, dance, play] with wild abandon, [drink] with careless abandon, [drink] with reckless abandon, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση abandon στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «abandon».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!