• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: saved, save

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
saved adj (put aside: money) (για χρήματα)που αποταμιεύονται, που εξοικονομούνται περίφρ
 Michelle is hoping to spend the saved money on a new car.
saved adj (computer file: copied)αποθηκευμένος μτχ πρκ
 Make sure your computer can access the saved file.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
save [sth] vtr (rescue)σώζω ρ μ
  διασώζω ρ μ
 The search party saved ten people.
 Η ομάδα διάσωσης έσωσε δέκα άτομα.
save [sth] vtr (put aside: money)αποταμιεύω ρ μ
  (καθομιλουμένη)μαζεύω ρ μ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)βάζω στην άκρη έκφρ
 Ian is trying to save money for a new car.
 Ο Ίαν προσπαθεί να αποταμιεύσει χρήματα για να αγοράσει ένα καινούργιο αυτοκίνητο.
 Ο Ίαν προσπαθεί να μαζέψει χρήματα για ένα καινούργιο αυτοκίνητο.
 Ο Ίαν προσπαθεί να βάλει στην άκρη χρήματα για να αγοράσει ένα καινούργιο αυτοκίνητο.
save [sth] vtr (keep, hold)κρατάω, φυλάω ρ μ
 Rachel wants to save the best for last.
 Θέλει να φυλάξει το καλύτερο για το τέλος.
save [sth] vtr (computer file: copy)αποθηκεύω ρ μ
  (καθομιλουμένη)σώζω ρ μ
  κάνω save περίφρ
 I always save my work before I log off from the computer.
 Αποθηκεύω πάντα τη δουλειά μου πριν αποσυνδεθώ από τον υπολογιστή.
save [sth] vtr (effort, etc.: reduce)γλιτώνω ρ μ
  (συνήθως χρόνο)κερδίζω ρ μ
 Our new process saves a lot of effort.
 Με τη νέα διαδικασία γλιτώνουμε κόπο.
save,
save for
prep
dated or formal (except)εκτός από, με εξαίρεση φρ ως επίρ
  πλην επίρ
  (πάντα σε γενική)εξαιρουμένου μτχ πρκ
 Everyone came home for Christmas, save my sister who lives in Paris.
 Όλοι ήρθαν στο σπίτι για τα Χριστούγεννα, εκτός από την αδερφή μου που ζει στο Παρίσι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
save n (soccer: preventing goal)απόκρουση ουσ θηλ
  (της μπάλας)σώσιμο ουσ ουδ
 If it weren't for the goalie's save, the game would have ended in a tie.
save n (baseball: preserving lead) (μπέιζμπολ)save ουσ ουδ άκλ
 The relief pitcher threw three scoreless innings for his tenth save of the season.
save n (computer; preserving data)αποθήκευση ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)σώσιμο ουσ ουδ
  save ουσ ουδ άκλ
 The screen froze, and I lost everything I'd done since the last save.
save [sth] vtr (money: gain)κερδίζω ρ μ
  γλιτώνω ρ μ
  εξοικονομώ ρ μ
 Buying this week will save you fifty dollars.
 Αν αγοράσεις αυτή την εβδομάδα θα κερδίσεις πενήντα δολάρια.
save [sb] [sth] vtr (remove need) (κπ από κάτι)γλιτώνω ρ μ
  σώζω ρ μ
 A dishwasher will save you a lot of work.
 Ένα πλυντήριο πιάτων θα σε γλιτώσει από πολύ κόπο.
save [sth] vtr (strength: conserve)κρατάω, φυλάω ρ μ
  κάνω οικονομία ρ μ + ουσ θηλ
 The runner saved her strength until the end of the race.
save [sth] vtr informal (do not waste)δεν σπαταλάω περίφρ
  (τα λόγια μου)δεν χάνω περίφρ
 Save your breath!
save [sb] vtr (convert to Christianity)προσηλυτίζω, εκχριστιανίζω ρ μ
 The missionaries came to save the villagers.
save [sth] vtr (sports: win)κερδίζω ρ μ
  εξασφαλίζω τη νίκη έκρφ
  (μεταφορικά: την ομάδα)σώζω ρ μ
 He saved the game with his goal.
save [sth] vtr (sports: prevent scoring)πιάνω ρ μ
 The striker took a shot on goal but the keeper saved the ball.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
save | saved
ΑγγλικάΕλληνικά
save up vi phrasal informal (put money aside)βάζω λεφτά στην άκρη, κάνω οικονομίες έκφρ
  μαζεύω χρήματα, μαζεύω λεφτά ρ μ + ουσ ουδ πλ
 Jane and I are saving up to get married.
 Η Τζέιν και εγώ κάνουμε οικονομίες για να παντρευτούμε.
save up for [sth] vi phrasal + prep (put money aside for)βάζω λεφτά στην άκρη για κτ, κάνω οικονομίες για να κάνω κτ έκφρ
  μαζεύω χρήματα για κτ, μαζεύω λεφτά για κτ έκφρ
 I am trying to save up for a new car.
 Προσπαθώ να βάλω λεφτά στην άκρη για ένα καινούριο αμάξι.
save [sth] up,
save up [sth]
vtr phrasal sep
informal (accumulate [sth](μεταφορικά)μαζεύω ρ μ
  φυλάω ρ μ
 Have you been saving all that work up for me?
 Όλη αυτή τη δουλειά τη μάζευες για μένα;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
saved | save
ΑγγλικάΕλληνικά
saved by the bell adj figurative, informal (rescued at the last minute) (καθομιλουμένη)γλυτώνω στο παρά τρίχα έκφρ
  γλυτώνω στο τσακ έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'saved' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση saved στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «saved».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!