• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
savageness n (extreme violence)βαναυσότητα ουσ θηλ
  αγριότητα, βιαιότητα ουσ θηλ
  σκληρότητα ουσ θηλ
 People were shocked by the savageness of the attack by gang members on the teenager.
savageness n (untamed nature) (ιδιότητα)άγρια φύση επίθ + ουσ θηλ
  άγρια ένστικτα επίθ + ουσ ουδ πλ
 We must always be aware of the savageness of these wild animals.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση savageness στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «savageness».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!