• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: protected, protect

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
protected adj (legally confidential)απόρρητος επίθ
 Bill's boss won't tell me what they discussed because it was a protected conversation.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
protect [sth/sb] vtr (defend from attack)προστατεύω ρ μ
 The bodyguards protected the prime minister.
 Οι σωματοφύλακες προστάτεψαν τον πρωθυπουργό.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
protect vi (provide protection)προστατεύω, προφυλάσσω ρ μ
 Floor wax protects against spills and scratches.
protect [sth] vtr (econ.: guard from competition)λαμβάνω μέτρα προστασίας έκφρ
  προστατεύω ρ μ
 The US protects its auto industry from foreign competition.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'protected' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση protected στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «protected».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!