herd

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈhɜːrd/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/hɝd/ ,USA pronunciation: respelling(hûrd)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
herd n (group of wild animals)κοπάδι ουσ ουδ
 The herd of bison stampeded across the plains.
 Ένα κοπάδι βίσωνες διέσχιζε την πεδιάδα.
herd n (group of farm animals)κοπάδι ουσ ουδ
 The farmer tended his herd of sheep.
 Ο αγρότης φρόντισε το κοπάδι με τα πρόβατά του.
herd n figurative (group: of people) (συνήθως πληθ, συχνά αποδοκιμασίας)ορδή ουσ θηλ
  (ανεπίσημο)μπουλούκι ουσ ουδ
  (ανεπίσημο, μεταφορικά)κοπάδι ουσ ουδ
 The huge herd of people slowly went through the museum.
 Το τεράστιο μπουλούκι ανθρώπων διέσχισε αργά το μουσείο.
the herd n figurative (mainstream society)μάζα ουσ θηλ
  (μεταφορικά, αποδοκιμασίας)κοπάδι ουσ ουδ
 It is easier to follow the herd than to defy convention.
herd [sth/sb] vtr (guide: animals, people)μαζεύω, συγκεντρώνω ρ μ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 Kim herded her children into the house.
 Η Κιμ μάζεψε τα παιδιά της μέσα στο σπίτι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
herd vi (form into a herd)μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι ρ αμ
  σχηματίζω μπουλούκι περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 The fans herded together according to their teams.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
herd immunity n (collective resistance to contagion)ανοσία της αγέλης φρ ως ουσ θηλ
herd instinct,
herd mentality
n
(group behavior)ένστικτο της αγέλης φρ ως ουσ ουδ
  αγελαίο ένστικτο φρ ως ουσ ουδ
 The art of marketing is mostly based on a good understanding of herd instinct.
herd-robber n rare (cattle rustler)ζωοκλέφτης ουσ αρσ
  (κατά λέξη)κλέφτης κοπαδιών φρ ως ουσ αρσ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'herd' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: the herd [size, health], herd management, the herd mentality (of crowds), περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση herd στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «herd».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!