WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κύριες μεταφράσεις |
αβαθής επίθ | επίσημο (ρηχά νερά) | shallow adj |
| | not deep adj |
| Το σημείο αυτό είναι αβαθές και πολλά πλοία κινδυνεύουν να εξωκείλουν. |
αβαθής επίθ | μεταφορικά (ρηχός άνθρωπος) (figurative) | shallow adj |
| Ο Νίκος είναι αβαθής, ποτέ δεν μπαίνει στην ουσία των πραγμάτων. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
Κατάλληλες εγγραφές από την άλλη πλευρά του λεξικού
Κύριες μεταφράσεις |
shallow adj | (water, etc.: not deep) | ρηχός επίθ |
| (λόγιο) | αβαθής επίθ |
| The water is shallow here. |
| Τα νερά είναι ρηχά εδώ. |
| ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Αυτός ο κόλπος είναι αβαθής, άρα επικίνδυνος για τα μεγάλα πλοία. |