lurking

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈlɜːkɪŋ/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: lurking, lurk

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
lurking adj figurative (danger: unsuspected)που καραδοκεί περίφρ
  (λόγιος)που ελλοχεύει, που υποβόσκει, που ενεδρεύει περίφρ
  (λόγιος)υποβόσκων, ενεδρεύων επίθ
 The lurking danger of an avalanche made the mountain dwellers nervous.
 Ο κίνδυνος της χιονοστιβάδας που καραδοκούσε άγχωνε τους κατοίκους του βουνού.
lurking adj (person: lying in wait)που παραμονεύει περίφρ
  που καραδοκεί περίφρ
 The girls in the park ignored the lurking man on the bench.
 Τα κορίτσια στο πάρκο αγνόησαν τον άνδρα που παραμόνευε στο παγκάκι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
lurk vi (wait hidden)παραμονεύω ρ αμ
  (επίσημο)ελλοχεύω, ενεδρεύω, καραδοκώ ρ αμ
 The cat lurked in the bushes, waiting for potential prey.
 Η γάτα παραμόνευε στους θάμνους, περιμένοντας πιθανή λεία.
lurk vi (internet forum) (ως επισκέπτης)διαβάζω ρ μ
  επισκέπτομαι ρ μ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. Αναφέρεται στην περίπτωση που κάποιον διαβάζει φόρουμ, αλλά δεν συμμετέχει.
 Richard liked to lurk on forums about his favorite books, but didn't like to contribute.
 Στον Ρίτσαρντ άρεσε να διαβάζει για τα αγαπημένα του βιβλία σε φόρουμ, αλλά δεν του άρεσε να συνεισφέρει.
lurk vi figurative (danger, etc.: be present)παραμονεύω ρ αμ
  (λόγιος)ελλοχεύω ρ αμ
 When you become a parent, you start to notice danger lurking everywhere.
 Όταν γίνεσαι γονιός, αρχίζεις να παρατηρείς κινδύνους να ελλοχεύουν παντού.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Συμφράσεις: a lurking [attendant, lion, observer], a lurking [danger, threat, presence], a lurking [sense, fear, feeling], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση lurking στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «lurking».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!