fall out



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Σε αυτή τη σελίδα: fall out, fallout

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fall out vi phrasal informal (friends: quarrel)τσακώνομαι, μαλώνω, διαφωνώ, έρχομαι σε ρήξη ρ μ
 They have fallen out and are no longer speaking to each other.
 Τσακώθηκαν και δεν μιλιούνται πλέον.
fall out over [sth] vi phrasal + prep (quarrel because of)τσακώνομαι για κτ, μαλώνω για κτ ρ αμ + πρόθ
  (καθομιλουμένη)πλακώνομαι για κτ ρ αμ + πρόθ
  (αργκό, μεταφορικά)τα σπάω για κτ έκφρ
 Ian and Gavin fell out over a girl and haven't spoken to each other for a month.
fall out vi phrasal (become detached or lost)πέφτω ρ αμ
  πέφτω έξω ρ αμ + επίρ
 I didn't realise my bag was open; my cell phone fell out and smashed.
 Δεν κατάλαβα ότι είχε ανοίξει η τσάντα μου και το τηλέφωνό μου έπεσε και έγινε κομμάτια.
fall out vi phrasal (military: leave ranks)λύνω τους ζυγούς έκφρ
 After the inspection, the soldiers were ordered to fall out.
 Μετά από την επιθεώρηση οι στρατιώτες διατάχθηκαν να λύσουν τους ζυγούς.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fallout,
fall-out
n
(radioactive dust)κατάλοιπα ουσ ουδ πλ
  εναπόθεση ουσ θηλ
 Radioactive fallout was detectable for months after the incident.
fallout n figurative (aftermath)αντίκτυπος ουσ αρσ
  επακόλουθα ουσ ουδ πλ
  (αρνητικές)συνέπειες, επιπτώσεις ουσ θηλ πλ
 The politician resigned when the scandal broke, leaving her colleagues to deal with the fallout.
the fallout from [sth] n figurative (aftermath of [sth](με γενική)αντίκτυπος ουσ αρσ
  επακόλουθα ουσ ουδ πλ
  (αρνητικές)συνέπειες, επιπτώσεις ουσ θηλ πλ
 The mayor is dealing with the political fallout from the speech he gave earlier this week.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
fall out | fallout
ΑγγλικάΕλληνικά
fall out with [sb] vi phrasal + prep informal (quarrel with: a friend)έρχομαι σε ρήξη έκφρ
  (καθομιλουμένη)τσακώνομαι ρ αμ
  (μεταφορικά)τα σπάω έκφρ
 If you do not stop gossiping, all your friends are going to fall out with you.
 Αν δεν σταματήσεις το κουτσομπολιό, όλοι σου οι φίλοι θα έρθουν σε ρήξη μαζί σου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
fall out | fallout
ΑγγλικάΕλληνικά
fall out of bed v expr figurative (figures: drop)πέφτω ρ αμ
  (μεταφορικά)κατρακυλάω, κατρακυλώ ρ αμ
  (επίσημο)παίρνω την κατιούσα έκφρ
fall out of favor (US),
fall out of favour (UK)
v expr
(lose popularity)xάνω την εκτίμηση περίφρ
  πέφτω στις προτιμήσεις περίφρ
  πέφτω σε δυσμένεια περίφρ
fall out of the habit v expr (no longer do [sth] regularly)ξεσυνηθίζω ρ μ
 I used to go to the gym three times a week, but now I've fallen out of the habit.
fall out of touch v expr (lose contact)χάνω επαφή ρ μ + ουσ θηλ
  χάνομαι ρ αμ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'fall out' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fall out στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fall out».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!