| Κύριες μεταφράσεις |
coordinate [sth], co-ordinate⇒ vtr | (organize, bring together) | συντονίζω, οργανώνω, διοργανώνω ρ μ |
| | Marnie and Stella coordinated the company picnic. |
| | Η Μάρνυ και η Στέλλα οργάνωσαν το εταιρικό πικνίκ. |
coordinate [sth] with [sth], co-ordinate vtr + prep | (match: colours, etc.) | συνδυάζω κτ με κυ ρ μ + πρόθ |
| | Mrs. Jones wants to coordinate the curtains with the furniture. |
| | Η κα. Τζόουνς θέλει να συνδυάσει τις κουρτίνες με τα έπιπλα. |
coordinate, co-ordinate vi | (colours, etc.: match) | ταιριάζω ρ αμ |
| | (καθομιλουμένη, μεταφορικά) | δένω ρ αμ |
| | | είμαι ταιριαστός ρ έκφρ |
| | The colours in the meeting room coordinate well. |
| | Τα χρώματα στην αίθουσα συσκέψεων ταιριάζουν ωραία. |
coordinate with [sth], co-ordinate vi + prep | (match, go together) | ταιριάζω με κτ ρ αμ + πρόθ |
| | (καθομιλουμένη) | δένω με κτ ρ αμ + πρόθ |
| | | είμαι ταιριαστός με κτ ρ έκφρ |
| | The color palette chosen for this room coordinates well with the architecture. |
| | Η χρωματική παλέτα που έχει επιλεγεί για αυτό το δωμάτιο ταιριάζει ωραία με την αρχιτεκτονική. |
coordinate with [sb], co-ordinate with [sb] vi + prep | (work together with) | συνεργάζομαι με κπ ρ αμ + πρόθ |
| | I coordinated with Mr. Smith's secretary to arrange a business lunch. |
| | Συνεργάστηκα με τη γραμματέα του κου Σμιθ για να διοργανώσουμε ένα γεύμα εργασίας. |
coordinates, co-ordinates npl | (position on map) | συντεταγμένες ουσ θηλ πλ |
| | (πιο απλά) | θέση, τοποθεσία ουσ θηλ |
| | It's simple to use a GPS to discover your coordinates. |
| | Είναι απλό να χρησιμοποιήσεις ένα GPS για να βρεις τις συντεταγμένες σου. |