write-off

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈraɪtɒf/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(rītôf′, -of′)

  • WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
write-off n (finance: cancellation of bad debt)διαγραφή χρέους φρ ως ουσ θηλ
write-off n (accounting: tax deduction)κτ που εκπίπτει περίφρ
write-off n UK, informal ([sth]: cannot be salvaged) (μεταφορικά)ξεγραμμένος, τελειωμένος μτχ πρκ
  (μεταφορικά)καμένο χαρτί έκφρ
 Olga's mobile phone was a write-off after she dropped it in the bath.
write-off n UK, informal (wrecked car) (καθομιλουμένη)σαράβαλο ουσ ουδ
 Deirdre's car was a write-off after the accident.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
write [sth] off,
write off [sth]
vtr phrasal sep
(record as total loss) (κυριολεκτικά)διαγράφω ρ μ
  (μεταφορικά, καθομ)ξεγράφω, ξεχνάω ρ μ
 We're going to have to write off the warehouse that burnt down.
 Πρέπει να ξεχάσουμε την αποθήκη πού κάηκε.
write [sb] off,
write off [sb]
vtr phrasal sep
figurative, informal (consider a failure) (μεταφορικά, ανεπίσημο)ξεγράφω ρ μ
  απορρίπτω ρ μ
 Even though he did so poorly on the exam, I wasn't going to write him off completely.
 Παρόλο που πήγε πολύ άσχημα στο διαγώνισμα δεν θα τον ξέγραφα εντελώς.
write [sth] off,
write off [sth]
vtr phrasal sep
UK, informal (car, vehicle: completely wreck) (καθομιλουμένη)σαραβαλιάζω, σμπαραλιάζω ρ μ
  αχρηστεύω ρ μ
 Brian had an accident and he wrote his car off.
 Ο Μπράιαν είχε ένα ατύχημα και σαραβάλιασε το αυτοκίνητό του.
write [sth] off,
write off [sth]
vtr phrasal sep
figurative, informal (discount, dismiss)αγνοώ, παραβλέπω ρ μ
 We can certainly write off his opinion: he never knows what he's talking about!
 Μπορούμε σίγουρα να αγνοήσουμε την άποψή του, ποτέ δεν ξέρει τι λέει!
write off for [sth] vi phrasal + prep (send, apply for [sth])παραγγέλνω ρ μ
 Joe wrote off for the skin cream he'd seen advertised in a magazine.
 Η Τζο παρήγγειλε εκείνη την κρέμα που είδε να διαφημίζουν στο περιοδικό.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
write [sth] off as [sth],
write off [sth] as [sth]
v expr
(record as total loss) (κυριολεκτικά)θεωρώ κτ ως κτ και το διαγράφω ρ μ
  (μεταφορικά, καθομ)θεωρώ κτ ως κτ και το διαγράφω, θεωρώ κτ ως κτ και το ξεγράφω, θεωρώ κτ ως κτ και το ξεχνάω
 If someone owes you money and they do not pay it, you can cancel the debt and write it off as a loss for your business.
 Εάν κάποιος σου χρωστάει χρήματα και δεν στα δίνει μπορείς να διαγράψεις το χρέος και να το θεωρήσεις ζημιά για την επιχείρηση σου.
write [sb] off as [sth],
write off [sb] as [sth]
v expr
figurative, informal (consider a failure)θεωρώ κπ ως κτ και τον ξεγράφω περίφρ
 Alison's teachers had written her off as a failure.
 Οι δάσκαλοι της Άλισον τη θεωρούσαν αποτυχημένη και την είχαν ξεγράψει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'write-off' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση write-off στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «write-off».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!