walkabout

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈwɔːkəbaʊt/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(wôkə bout′)

  • WordReference
  • Definition
Σε αυτή τη σελίδα: walkabout, walk about, walk around

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
walkabout n informal, humorous (absence) (μεταφορικά, ανεπίσημο)περίπατος ουσ αρσ
 My umbrella seems to have gone walkabout--I'm sure I left it near the front door.
 Φαίνεται πως η ομπρέλα μου πήγε περίπατο. Είμαι σίγουρος ότι την άφησα δίπλα στην εξώπορτα.
walkabout n (informal meet-and-greet)βόλτα ουσ θηλ
 The president went walkabout around the town, shaking hands with people.
 Ο πρόεδρος έκανε μια βόλτα στην πόλη, ανταλλάσσοντας χειραψίες με τον κόσμο.
walkabout n AU (Aboriginal journey)περιπλάνηση των ιθαγενών την Αυστραλίας
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος. Μπορεί να αποδοθεί ως περιπλάνηση, εάν υπάρχει επεξήγηση στα συμφραζόμενα..
 Archie wrote a song about the Australian Aboriginal custom of walkabout.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
walk about vi phrasal (stroll around, go around on foot)βαδίζω, σουλατσάρω, περπατώ ρ αμ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
walk around,
walk about
vi + adv
(stroll about, go about on foot)περιφέρομαι ρ αμ
  τριγυρίζω, τριγυρνάω ρ αμ
 I didn't have a place to go. I was just walking around.
 Δεν είχα που να πάω. Απλά τριγύριζα.
walk around [sth] vi + prep (stroll outside [sth](σε κτ)κάνω μια βόλτα περίφρ
  γυρίζω ρ μ
 You'll have to walk around the mountain to get to the other side.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση walkabout στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «walkabout».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!