• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
walk-on adj (actor, role: with no spoken lines) (θέατρο, κινηματογράφος: ρόλος)βουβός επίθ
 Even though he had no dialogue, his walk-on performance was memorable.
 Μολονότι ο ρόλος του δεν είχε λόγια, η βουβή ερμηνεία του ήταν αξιομνημόνευτη.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
walk-on actor n (performer: no spoken lines)ηθοποιός που δεν έχει ατάκες
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
walk-on part n (acting role with no spoken lines) (θέατρο, κινηματογράφος)βουβός ρόλος φρ ως ουσ αρσ
  ρόλος κομπάρσου φρ ως ουσ αρσ
  ρόλος που δεν έχει λόγια περίφρ
 She asked for a walk-on part so that she wouldn't have to memorize lines.
 Ζήτησε ρόλο που να μην έχει λόγια, έτσι ώστε να μη χρειαστεί να τα αποστηθίσει.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'walk-on' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση walk-on στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «walk-on».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!