• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: surfacing, surface

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
surfacing n (giving [sth] a polished surface) (η διαδικασία)φινίρισμα ουσ ουδ
surfacing n (material to make a polished surface) (το υλικό)φινίρισμα ουσ ουδ
surfacing n (in water: rising to the surface)ανάδυση ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
surface n (outer side)επιφάνεια ουσ θηλ
 The surface of the box was smooth and Tim couldn't see where it opened.
 Η επιφάνεια του κουτιού ήταν λεία και ο Τιμ δεν μπορούσε να καταλάβει από πού άνοιγε.
surface n figurative (appearance) (μεταφορικά)επιφάνεια ουσ θηλ
  το πως δείχνει κτ περίφρ
  (μεταφορικά, καθομ)περιτύλιγμα ουσ ουδ
 To judge by the surface, you would think Helen didn't have a care in the world.
 Κρίνοντας από την επιφάνεια, θα σκεφτόταν κανείς ότι η 'Ελεν δεν είχε καμία απολύτως έγνοια.
surface n (water: upper level)επιφάνεια ουσ θηλ
 The little girl sent the stone skimming along the river's surface.
 Το κοριτσάκι έκανε ψαράκια με την πέτρα στην επιφάνεια του ποταμού.
surface n (land: upper level)επιφάνεια ουσ θηλ
 Some truly amazing people have walked the surface of this planet.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Μέχρι στιγμής κανείς άνθρωπος δεν έχει πατήσει την επιφάνεια του πλανήτη Άρη.
surface vi (come to the surface)βγαίνω στην επιφάνεια περίφρ
  (λόγιος)αναδύομαι ρ αμ
 The ball disappeared into the lake, then surfaced a few moments later.
 Η μπάλα εξαφανίστηκε μέσα στη λίμνη κι έπειτα βγήκε στην επιφάνεια λίγα λεπτά αργότερα.
surface vi figurative (emerge) (μεταφορικά)βγαίνω στην επιφάνεια περίφρ
  εμφανίζομαι, προκύπτω ρ αμ
  (μεταφορικά, λόγιος)αναδύομαι ρ αμ
 Ned thought he had fixed all the problems with the program, but new ones kept surfacing.
 Ο Νεντ πίστευε ότι διόρθωσε όλα τα προβλήματα με το πρόγραμμα, αλλά συνεχώς προέκυπταν νέα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
surface adj (outer)επιφανειακός επίθ
  (εμφάνιση)εξωτερικός επίθ
 The surface appearance of this product is very attractive.
surface adj figurative (superficial, apparent) (μεταφορικά)επιφανειακός επίθ
 Surface appearances would lead you to believe Tom and Barbara's marriage is very happy, but they argue all the time behind closed doors.
surface vi figurative, informal (get out of bed)σηκώνομαι ρ αμ
  σηκώνομαι από το κρεβάτι έκφρ
 It's midday and Eugene hasn't surfaced yet.
surface [sth] vtr (cover, coat) (λεπτή στρώση)περνάω, περνώ ρ μ
  (πιο παχύ υλικό)καλύπτω, στρώνω, επενδύω ρ μ
  (επίσημο)επικαλύπτω, επιστρώνω ρ μ
Σχόλιο: Η επιλογή εξαρτάται από το υλικό επικάλυψης.
 Melanie got out some varnish, ready to surface the old table.
surface [sth] with [sth] vtr + prep (cover, coat with [sth](λεπτή στρώση)περνάω κτ με κτ ρ μ + πρόθ
  (πιο παχύ υλικό)καλύπτω κτ με κτ, στρώνω κτ με κτ, επενδύω κτ με κτ ρ μ + προθ
  (επίσημο)επικαλύπτω κτ με κτ, επιστρώνω κτ με κτ ρ μ + πρόθ
 Oliver surfaced the bookcase with a glossy finish.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
surface | surfacing
ΑγγλικάΕλληνικά
air-to-surface adj (weapon: aircraft to land, sea)αέρος-εδάφους φρ ως επίθ
on the surface expr (to all appearances)με την πρώτη ματιά φρ ως επίρ
  εκ πρώτης όψεως φρ ως επίρ
 On the surface, it seemed like a good idea, but when Josh looked into it further, he realised it would never work.
 Με την πρώτη ματιά φαινόταν καλή ιδέα, αλλά όταν ο Τζος το εξέτασε παραπάνω, συνειδητοποίησε πως δεν θα έπιανε ποτέ.
rough surface n (uneven or bumpy texture)τραχιά, άγρια, ανώμαλη επιφάνεια ουσ θηλ
 The rough surface of the old wooden table caught a thread from her silk blouse.
rough surface n (abrasive texture)τραχιά, άγρια, ανώμαλη επιφάνεια ουσ θηλ
 Tiles used on the bathroom and kitchen floors should have a rough service.
scratch the surface v expr figurative (examine superficially)εξετάζω επιφανειακά ρ μ + επίρ
  (μεταφορικά)αγγίζω την επιφάνεια έκφρ
 The author never manages more than to scratch the surface of life.
smooth surface n (silky, even texture)λεία επιφάνεια έκφρ
 Apples have a much smoother surface than oranges do.
surface finish n (texture)φινίρισμα επιφάνειας περίφρ
surface mail n (postal system by ground)ταχυδρομική αποστολή με μέσα επιφανείας φρ ως ουσ θηλ
  ταχυδρομική αποστολή με χερσαία ή θαλάσσια μέσα φρ ως ουσ θηλ
  ταχυδρομική αποστολή δια ξηράς ή θαλάσσης φρ ως ουσ θηλ
surface mail n ([sth] sent by ground mail) (αλληλογραφία ή δέμα)ταχυδρομείο που αποστέλλεται με μέσα επιφανείας φρ ως ουσ ουδ
  ταχυδρομείο που αποστέλλεται με χερσαία ή θαλάσσια μέσα φρ ως ουσ ουδ
  ταχυδρομείο που αποστέλλεται δια ξηράς ή θαλάσσης φρ ως ουσ ουδ
surface tension n (liquid: surface force)επιφανειακή τάση επίθ + ουσ θηλ
 Spiders can walk on water because of surface tension.
surface-to-air adj (able to go from the ground into the air)εδάφους-αέρος, επιφανείας-αέρος φρ ως επίθ
surface-to-air,
surface to air
adv
(from the ground into the air)εδάφους-αέρος, επιφανείας-αέρος φρ ως επίθ
 The launcher fires missiles surface-to-air.
surface-to-surface adj (able to go from a ground spot to another) (πύραυλος)εδάφους-εδάφους έκφρ
surface-to-surface,
surface to surface
adv
(from a ground spot to another) (για εκτόξευση πυραύλου)εδάφους-εδάφους έκφρ
 The launcher fires missiles surface-to-surface.
under the surface adv (beneath the top layer)κάτω από την επιφάνεια επίρ
Σχόλιο: επιρρηματικός προσδιορισμός
 She maintains a calm exterior but harbors a lot of anger just under the surface.
work surface,
working surface
n
(generic: flat surface)επιφάνεια εργασίας φρ ως ουσ θηλ
 The carpenter secured the block of wood to his work surface.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'surfacing' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση surfacing στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «surfacing».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!