hostess

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈhəʊstəs/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈhoʊstɪs/ ,USA pronunciation: respelling(hōstis)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: hostess, host
Ο όρος 'hostess' παραπέμπει στον όρο 'host'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'hostess' is cross-referenced with 'host'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hostess n (of party)οικοδέσποινα ουσ θηλ
 At the end of the night, Harry thanked the hostess and went home.
 Στο τέλος της βραδιάς, ο Χάρυ ευχαρίστησε την οικοδέσποινα και πήγε σπίτι.
hostess n dated (flight attendant)αεροσυνοδός ουσ αρσ/θηλ
 On his flight home Bob asked the hostess for a beer, but the airline no longer served alcohol.
 Στην πτήση της επιστροφής, ο Μπομπ ζήτησε μια μπύρα από την αεροσυνοδό, αλλά η αεροπορική δεν πρόσφερε πλέον αλκοόλ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
hostess n (at restaurant)hostess ουσ θηλ άκλ
  υπεύθυνη υποδοχής πελατών φρ ως ουσ θηλ
  υπάλληλος υποδοχής φρ ως ουσ θηλ
 Sean told the hostess how many people would be joining him, and she took him to a table.
hostess n (broadcast interviewer)παρουσιάστρια ουσ θηλ
 The show's hostess accepted viewer phone calls at the end of the show.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
host,
f: hostess
n
([sb]: receives guests) (σε σπίτι)οικοδεσπότης, οικοδέσποινα ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The host welcomed his guests.
 Ο οικοδεσπότης υποδέχτηκε τους καλεσμένους του.
 Η οικοδέσποινα υποδέχτηκε τους καλεσμένους της.
host n (TV, radio, etc.: presenter)παρουσιαστής, παρουσιάστρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The host of the programme is a famous actor.
 Ο παρουσιαστής της εκπομπής είναι ένας διάσημος ηθοποιός.
host n (carrier of parasite) (παράσιτου)ξενιστής ουσ αρσ
 The parasite's host could be any bird.
 Ο ξενιστής του παρασίτου μπορεί να είναι οποιοδήποτε πτηνό.
host n (transplant recipient)δέκτης ουσ αρσ/θηλ
 The heart donor's family wanted to meet the host.
 Η οικογένεια του δωρητή της καρδιάς ήθελε να γνωρίσει τον δέκτη.
host n (internet server)εξυπηρετητής ουσ αρσ
 Accept the pop-up that asks if you want to connect to the host.
 Αποδέξου το αναδυόμενο παράθυρο που ρωτάει αν θέλεις να συνδεθείς στον εξυπηρετητή.
host [sb] vtr (receive as a guest)φιλοξενώ ρ μ
 My uncle hosted the prime minister in his hotel.
 Ο θείος μου φιλοξένησε τον πρωθυπουργό στο ξενοδοχείο του.
host [sth] vtr (event: hold)διοργανώνω ρ μ
  (μεταφορικά)φιλοξενώ ρ μ
 Which country is hosting the next Olympic Games?
 Ποια χώρα διοργανώνει τους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες;
host [sth] vtr (provide internet server)παρέχω εξυπηρετητή περίφρ
 Which computer is hosting the connection?
 Ποιος υπολογιστής παρέχει τον εξυπηρετητή;
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
a host of [sth] n (large quantity)πλήθος ουσ ουδ
  πληθώρα, σωρεία ουσ θηλ
 There was a host of nightingales, looking for food.
a host of [sth] n (army, multitude)στρατιά ουσ θηλ
 The soldiers trembled as they saw the great host of the enemy.
the host n (eucharist bread) (καθολική εκκλησία)όστια ουσ θηλ
 The priest served the host at the end of mass.
the host n literary, dated (sun, moon, stars) (νύχτα)άστρα, αστέρια ουσ ουδ πλ
  φεγγάρι ουσ ουδ
  (μέρα)ήλιος ουσ αρσ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία.
 See how beautiful is the host of the night sky!
host n (virtual meeting organizer)διοργανωτής, διοργανώτρια ουσ αρσ, ουδ θηλ
  (καθομιλουμένη)host ουσ αρσ/θηλ άκλ
 Only the host can invite people to the call.
host [sth] vtr (organize virtual meeting)διοργανώνω ρ μ
 The university hosted an online seminar for prospective students worldwide.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
hostess | host
ΑγγλικάΕλληνικά
air hostess n dated (female airline steward)αεροσυνοδός ουσ θηλ
Σχόλιο: The more current term for air hostess is flight attendant.
 The air hostess served drinks to the passengers on the flight.
 Κατά τη διάρκεια της πτήσης, η αεροσυνοδός σέρβιρε ποτά στους επιβάτες.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'hostess' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: [pushing, wheeling] the hostess trolley, see the hostess for a table, was greeted by the hostess at the [restaurant, hotel], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση hostess στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «hostess».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!