grating

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈgreɪtɪŋ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈgreɪtɪŋ/ ,USA pronunciation: respelling(grāting)

From the verb grate: (⇒ conjugate)
grating is: Click the infinitive to see all available inflections
v pres p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: grating, grate

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
grating n (grid, grate)πλέγμα ουσ ουδ
  σχάρα ουσ θηλ
 The grating over the storm drain is missing.
grating adj figurative (annoying, irritating)ενοχλητικός, εκνευριστικός επίθ
 Louise could no longer ignore the grating sound of construction next door.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
grate vi (scraping sound)μη διαθέσιμη μετάφραση
 The trash can grated as James dragged it to the street.
grate [sth] vtr (shred: cheese, vegetables)τρίβω ρ μ
 Kelsey always grates cheese onto her salad.
 Η Κέσλεϋ πάντα τρίβει τυρί πάνω στη σαλάτα της.
grate vi figurative (be annoying)γίνομαι εκνευριστικός ρ έκφρ
  (καθομ, μεταφορικά: κάποιου ή σε κάποιον)σπάω τα νεύρα έκφρ
 The teacher had been talking for an hour, and her high-pitched voice was starting to grate.
 Η δασκάλα μιλούσε επί μία ώρα και η τσιριχτή φωνή της άρχιζε να γίνεται εκνευριστική.
grate on [sb],
grate with [sb]
vi + prep
figurative (annoy [sb])εκνευρίζω ρ μ
  (καθομ, μεταφορικά: κάποιου ή σε κάποιον)σπάω τα νεύρα έκφρ
  (αργκό, μεταφορικά)τη δίνω σε κπ έκφρ
 After a while, Laura's whining voice started to grate on Hanna.
 Incorrect use of grammar really grates with me.
 Μετά από λίγο, η γκρινιάρικη φωνή της Λώρας άρχισε να εκνευρίζει τη Χάννα.
 Η λάθος χρήση της γραμματικής πραγματικά μου σπάει τα νεύρα.
grate n (metal guard, cover)σχάρα ουσ θηλ
 Cities with more rain always have more grates in the sidewalks than out here in the desert.
 Οι πόλεις με περισσότερη βροχή πάντα έχουν περισσότερες σχάρες στα πεζοδρόμια σε σχέση με εδώ πέρα στην έρημο.
grate n (fireplace) (εξάρτημα τζακιού)σχάρα ουσ θηλ
  (πιο απλά)τζάκι ουσ ουδ
 Anne's dad built a fire in the grate to heat up the house.
 Ο μπαμπάς της Άν άναψε μια φωτιά πάνω στη σχάρα για να ζεστάνει το σπίτι.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
grate [sth] vtr (teeth: grind)τρίζω ρ μ
 Jenna always grates her teeth together when she's mad.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
grate | grating
ΑγγλικάΕλληνικά
fireplace grate n (metal bars on a hearth)σχάρα τζακιού φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'grating' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση grating στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «grating».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!