golf

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈgɒlf/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/gɑlf, gɔlf/ ,USA pronunciation: respelling(golf, gôlf; Brit. also gof )

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
golf n (sport)γκολφ ουσ ουδ άκλ
 Jerry plays golf every weekend with his coworker.
 Ο Τζέρυ παίζει γκολφ κάθε σαββατοκύριακο με τον συνάδελφό του.
golf vi (play golf)παίζω γκολφ περίφρ
 While Jerry golfs, his wife plays tennis.
 Όταν ο Τζέρυ παίζει γκολφ, η σύζυγός του παίζει τέννις.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
golf [sth] vtr US, informal (hit with a club)χτυπάω, χτυπώ ρ μ
  (κατά λέξη)χτυπάω με μπαστούνι του γκολφ περίφρ
 The player golfed the ball high into the air.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
disc golf n (frisbee game)παιχνίδι με φρίσμπι και στόχο
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 Disc golf can be played by men and women of all ages.
golf bag n (bag for carrying golf clubs)σάκος για τα μπαστούνια του γκολφ ουσ αρσ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
 He hoped that using his father's golf bag would bring him luck in his game.
golf ball n (small white ball used in golf)μπαλάκι του γκολφ ουσ ουδ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο. Μπαλάκι: υποκοριστικό της μπάλας
 When he went golfing he hit the golf ball into the water.
golf cart,
golf buggy
n
(small vehicle used by golfers)αμαξάκι του γκολφ περίφρ
golf club n (long-handled stick used in golf)μπαστούνι του γκολφ ουσ ουδ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
 A caddy is a person who carries your golf clubs round for you.
golf club n (golfing organization)σύλλογος γκολφ ουσ αρσ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
 They joined the golf club in order to make new friends.
golf course n (terrain on which golf is played)γήπεδο γκολφ ουσ ουδ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
 Most golf courses have 18 holes.
golf hole n (one of 18 areas of a golf course)τρύπα ουσ θηλ
  (κατά λέξη)τρύπα του γκολφ περίφρ
golf links n (terrain on which golf is played)γήπεδο γκολφ ουσ ουδ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
golf shoe n usually plural (shoe worn to play golf)παπούτσι του γκολφ φρ ως ουσ ουδ
Σχόλιο: γκολφ: ξενικό, άκλιτο
 Golf shoes are required on the putting green.
golf stick n (club used for playing golf)μπαστούνι του γκόλφ περίφρ
golf swing n (stroke of the golf club) (με το μπαστούνι του γκολφ)χτύπημα ουδ ουδ
links n (golf course)γήπεδο γκολφ φρ ως ουσ ουδ
 "Murder on the Links" is an Agatha Christie mystery.
 «Ο Φόνος στο Γήπεδο του Γκολφ» είναι ένα μυθιστόρημα μυστηρίου της Αγκάθα Κρίστι.
miniature golf,
mini-golf,
minigolf,
mini golf
n
(golf on a mini-course)μίνι γκολφ ουσ ουδ άκλ
 The children all enjoyed a game of miniature golf this afternoon.
round of golf n (game: playing all 18 holes of a golf course) (ολοκληρωμένο παιχνίδι)γύρος γκολφ περίφρ
 I was thinking about going out for a round of golf this afternoon.
 Έλεγα να πηγαίναμε για ένα γύρο γκολφ σήμερα το απόγευμα.
tee,
golf tee
n
(golf: stand for first stroke) (γκολφ)μικρός πάσσαλος για την τοποθέτηση της μπάλας πριν από το εναρκτήριο λάκτισμα περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 Jenna bought a box of golf balls and some tees before she went golfing.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'golf' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: on the golf course, a par- [71] golf course, [at, a member of] a golf club, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση golf στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «golf».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!