faculty

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfækəlti/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈfækəlti/ ,USA pronunciation: respelling(fakəl tē)

Inflections of 'faculty' (n): npl: faculties
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
faculty n ([sb]: ability)ικανότητα ουσ θηλ
 Humans have the unique faculty to judge themselves and others.
 Οι άνθρωποι έχουν τη μοναδική ικανότητα να κρίνουν τον εαυτό τους και τους άλλους.
faculty n (university, school: department)σχολή ουσ θηλ
  τμήμα ουσ ουδ
 Lisa worked with a colleague from another faculty to produce an interdisciplinary article.
 Η Λίζα δούλεψε με έναν συνάδελφο από άλλο τμήμα για να γράψουν ένα διεπιστημονικό άρθρο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
faculty n (university, school: staff)διδακτικό προσωπικό φρ ως ουσ ουδ
 There are rumors amongst the faculty that the dean is retiring soon.
faculties npl (ability to think)νοητικές ικανότητες επίθ + ουσ θηλ πλ
  (καθομιλουμένη)λογικά επίθ ως ουσ ουδ πλ
  διανοητική ικανότητα επίθ + ουσ θηλ
 People sometimes start to lose their faculties as they age.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
faculty member n (college, university teacher)μέλος διδακτικού προσωπικού φρ ως ουσ ουδ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'faculty' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: [exclusive, open, available] to faculty members, your faculty advisor, is the faculty [head, administrator, director, dean], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση faculty στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «faculty».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!