fad

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfæd/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/fæd/ ,USA pronunciation: respelling(fad)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fad n (short trend)τάση, μόδα ουσ θηλ
  τάση της μόδας φρ ως ουσ θηλ
  (μεταφορικά)μανία, τρέλα ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)τρεντς ουσ ουδ πλ
 Tim is studying to be a fashion designer, so he always knows about the latest fads.
 Ο Τιμ σπουδάζει σχεδιαστής μόδας κι έτσι πάντα ξέρει τις τελευταίες τάσεις.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
fad diet n (gimmicky weight-loss plan)«θαυματουργή» δίαιτα επίθ + ουσ θηλ
 Recent studies show that fad diets rarely contribute to lasting weight loss.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'fad' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a [fashion, clothing, hair, social] fad, a [passing, fleeting, transitory, short-lived] fad, the latest fad for [girls, boys, children, teenagers], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fad στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fad».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!