currently

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkʌrəntli/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(kûrənt lē, kur-)

  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
currently adv (now, at present)αυτή τη στιγμή φρ ως επίρ
  τώρα επίρ
  προς το παρόν φρ ως επίρ
  (επίσημο)επί του παρόντος φρ ως επίρ
 I'm currently at the supermarket.
 Αυτή τη στιγμή είμαι στο σούπερ μάρκετ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
currently working adj (status: in employment)που εργάζεται τώρα, που δουλεύει τώρα περίφρ
  που εργάζεται αυτή την περίοδο, που δουλεύει αυτή την περίοδο περίφρ
  που εργάζεται προς το παρόν, που δουλεύει προς το παρόν περίφρ
 He's not currently working, but he does have several employment interviews next week.
 Τώρα δεν δουλεύει, αλλά έχει αρκετές συνεντεύξεις την επόμενη εβδομάδα.
 Αυτή την περίοδο δεν εργάζεται, αλλά έχει αρκετές συνεντεύξεις την επόμενη εβδομάδα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'currently' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: currently in [action, progress, dispute, use], is (not) currently [open, supported, working], the [item, product] is currently [in, out of] stock, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση currently στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «currently».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!