• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: clashing, clash

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clashing n (coming into contact violently)σύγκρουση ουσ θηλ
clashing adj (ideas, positions: very incompatible)αντικρουόμενος μτχ πρκ
  συγκρουόμενος μτχ πρκ
  διαμετρικά αντίθετος φρ ως επίθ
 When it comes to politics, my father and I have clashing views; we often end up arguing.
clashing adj (colors: incompatible)αταίριαστος επίθ
 The model was dressed in clashing orange and blue.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clash n (military: fight)σύγκρουση, μάχη ουσ θηλ
  (επίσημο)σύρραξη ουσ θηλ
 Another clash was reported in the Middle East.
 Ακόμη μια σύρραξη αναφέρθηκε στη Μέση Ανατολή.
clash n (disagreement)τσακωμός, καβγάς, καυγάς ουσ αρσ
  σύγκρουση, διαμάχη, διαφωνία ουσ θηλ
  (επίσημο)αντιπαράθεση ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)κόντρα ουσ θηλ
 Parents and kids sometimes have clashes about curfew.
 Μερικές φορές προκύπτουν τσακωμοί ανάμεσα σε γονείς και παιδιά για την ώρα που πρέπει να γυρίσουν σπίτι.
clash vi (military: fight)συγκρούομαι ρ αμ
  έρχομαι αντιμέτωπος ρ έκφρ
 The Russian and German armies clashed at the Battle of Tannenberg.
 Τα ρωσικά και γερμανικά στρατεύματα συγκρούστηκαν στη μάχη του Τάνενμπεργκ.
clash with [sb/sth] vi + prep (fight)συγκρούομαι με κπ/κτ ρ αμ + πρόθ
  έρχομαι αντιμέτωπος με κπ/κτ ρ έκφρ
 Three soldiers were killed on Tuesday when security forces clashed with separatists.
 Τρεις στρατιώτες σκοτώθηκαν την Τρίτη όταν οι δυνάμεις ασφαλείας συγκρούστηκαν με τους αποσχιστές.
clash vi (people: disagree)διαφωνώ ρ αμ
  δεν ταιριάζω περίφρ
 The two were great friends, but clashed on music preferences.
 Οι δυο τους ήταν καλοί φίλοι, αλλά διαφωνούσαν στις μουσικές τους προτιμήσεις.
clash with [sb] vi + prep (disagree with)διαφωνώ με κπ ρ αμ + πρόθ
  (πιο έντονο)έρχομαι σε σύγκρουση με κπ ρ έκφρ
  συγκρούομαι με κπ ρ αμ + πρόθ
 No matter how hard I try, I always seem to clash with my boss.
 Όσο σκληρά και αν προσπαθώ, από ό,τι φαίνεται πάντα διαφωνώ με τον προϊστάμενό μου.
clash vi (colors: be incompatible)δεν ταιριάζω περίφρ
  (καθομιλουμένη)δεν πάω περίφρ
 Jean's clothes are expensive but they clash.
 Τα ρούχα της Τζιν είναι ακριβά αλλά δεν ταιριάζουν μεταξύ τους.
clash with [sth] vi + prep (color: contrast with)δεν ταιριάζω με κτ περίφρ
  (καθομιλουμένη)δεν πάω με κτ περίφρ
 The sweater and skirt are beautiful, but I think the pink clashes with the orange.
 Η μπλούζα και η φούστα είναι όμορφες, αλλά νομίζω πως το ροζ δεν ταιριάζει με το πορτοκαλί.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clash vi figurative (cultures: differ) (μεταφορικά)συγκρούομαι ρ αμ
 Cultures often clash on matters of business etiquette.
clash vi figurative (ideas, aims: conflict)είμαι αντίθετος ρ έκφρ
  (μεταφορικά)έρχομαι σε σύγκρουση, έρχομαι σε αντίθεση περίφρ
 Anne and Pavel are good friends, even though their political views often clash.
clash with [sth] vi + prep figurative (ideas, aims: conflict)είμαι αντίθετος με κτ ρ έκφρ
  έρχομαι σε σύγκρουση με κτ, έρχομαι σε αντίθεση με κτ ρ έκφρ
 I cannot support this cause; it clashes with my religious beliefs.
clash vi (dates: coincide)συμπίπτω ρ αμ
 We can't go to both parties as the dates clash.
clash with [sth] vi + prep figurative (dates: coincide)συμπίπτω με κτ ρ αμ + πρόθ
 I can't come to your party as the date clashes with my piano exam.
clash n (crash: noise from hit) (κατά λέξη: μεταλλικό)κλαγγή ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)κρότος ουσ αρσ
 There was a loud clash as the metal tray landed on the floor.
clash n (sport: match)αναμέτρηση ουσ θηλ
 Rugby fans are looking forward to Saturday's clash between France and England.
clash vi (make crashing noise) (γενικά: ακούγομαι)ηχώ ρ αμ
  (τραχύς ήχος)κάνω κρότο περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία και συνήθως συνοδεύεται με ρήμα που δηλώνει κίνηση, πχ «πέφτω με κρότο».
 The warrior's sword clashed against his enemy's shield.
clash with [sth] vi + prep figurative (conflict with [sth])διαφωνώ με κτ ρ αμ + πρόθ
  (μεταφορικά: με κτ)συγκρούομαι με κτ ρ αμ + πρόθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
clash | clashing
ΑγγλικάΕλληνικά
clash of cultures,
culture clash
n
(cultural difference)πολιτισμική ετερότητα, πολιτισμική διαφορά επίθ + ουσ θηλ
  (μεταφορικά)πολιτισμική σύγκρουση επίθ + ουσ θηλ
  σύγκρουση πολιτισμών φρ ως ουσ θηλ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'clashing' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση clashing στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «clashing».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!