• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
at length adv (extensively, in detail)διεξοδικά, αναλυτικά επίρ
 He explained his financial situation to me at length.
at length adv (after a long while)μετά από λίγο έκφρ
  μετά από καιρό έκφρ
 At length, Joyce looked up from her book.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
at arm's length adv figurative (at safe distance) (μεταφορικά)σε απόσταση ασφαλείας έκφρ
 He has lied to me before, so I keep him at arm's length now.
at arm's length adv literal (at end of your arm)δρασκελιά ουσ θηλ
  (κατά λέξη)σε απόσταση ενός χεριού περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία και προτείνεται ένας παρεμφερής όσον αφορά το νόημα όρος.
 The wild deer stood at arm's length from us.
 Το άγριο ελάφι στάθηκε μια δρασκελιά από εμάς.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'at length' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση at length στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «at length».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!