finally

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈfaɪnəli/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(fīnl ē)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
finally adv (in the end)τελικά επίρ
 We finally made it home after midnight.
 Τελικά γυρίσαμε σπίτι μετά τα μεσάνυχτα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
finally adv (conclusively)οριστικά επίρ
 They closed the account finally.
finally interj (at conclusion)επιτέλους επίρ
 Finally! I thought that I would never finish that essay.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'finally' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: finally [arrived at, got to, reached] , finally [managed, decided] (to), (has) finally [succeeded, passed, admitted], περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση finally στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «finally».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!