• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
be at ease v expr (relaxed)νιώθω άνετα ρ έκφρ
  (καθομιλουμένη)είμαι άνετος, είμαι χαλαρός ρ έκφρ
 I am more at ease when my boss is not in the office.
 Νιώθω πιο άνετα, όταν το αφεντικό μου λείπει από το γραφείο.
be at ease v expr (not standing at attention)στέκομαι σε ανάπαυση περίφρ
 The troops were at ease on the parade ground.
 Τα στρατεύματα στέκονταν σε ανάπαυση στον χώρο της παρέλασης.
at ease adv (stand: not at attention) (στρατός)ανάπαυση ουσ θηλ
 The captain ordered the soldiers to stand at ease.
 Ο λοχαγός διέταξε τους στρατιώτες να σταθούν σε ανάπαυση.
at ease with [sb/sth] adj (comfortable)άνετα επίρ
 Chris was very friendly, and I instantly felt at ease with him.
 Ο Κρις ήταν πολύ φιλικός και ένιωσα αμέσως άνετα μαζί του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
ill at ease,
ill-at-ease
adj
(socially awkward)αμήχανος επίθ
  που νιώθει άβολα περίφρ
  νευρικός
 I am always ill at ease at events where I don't know anyone.
put [sb] at ease v expr (make comfortable)ηρεμώ, καθησυχάζω ρ μ
  (μεταφορικά)χαλαρώνω ρ μ
 Gillian put us at ease before the test by making a joke.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'at ease' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση at ease στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «at ease».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!