• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
for a long time adv (at length)για μεγάλο χρονικό διάστημα φρ ως επίρ
  για πολύ καιρό φρ ως επίρ
  (ώρες, λεπτά)για πολύ ώρα φρ ως επίρ
Σχόλιο: επιρρηματικός προσδιορισμός
 After a hard day's work, I'm always ready to sleep for a long time.
 Μετά από μια μέρα σκληρής δουλειάς είμαι πάντα έτοιμος να κοιμηθώ για πολύ ώρα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
for a long time to come adv (way into the future)για πολύ καιρό ακόμα περίφρ
  για πολύ καιρό, για καιρό περίφρ
 Oil spills affect the environment both immediately and for a long time to come.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'for a long time' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση for a long time στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «for a long time».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!