squalid

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈskwɒlɪd/

US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˈskwɑlɪd, ˈskwɔlɪd/

US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(skwolid, skwôlid)


  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
squalid adj (conditions: dirty, filthy)ελεεινός, τρισάθλιος επίθ
 Families in the camp are living in squalid conditions.
 Οι οικογένειες στον οικισμό ζουν σε ελεεινές συνθήκες.
squalid adj figurative (morally repulsive)ανήθικος επίθ
  εξαχρειωμένος επίθ
 I've met some squalid politicians before but you beat them all.
 Έχω ξαναγνωρίσει ανήθικος πολιτικούς, αλλά εσύ τους έχεις ξεπεράσει όλους
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'squalid' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση squalid στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «squalid».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!