• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
smidgeon,
smidgen
n
(tiny amount)μια στάλα, μια σταλιά έκφρ
  ένα τσικ έκφρ
  λίγος επίθ
a smidgeon,
a smidgen
adv
(slightly)μια στάλα, μια σταλιά έκφρ
  ένα τσικ έκφρ
  λίγος επίθ
 Could you move along a smidgen so that I can sit down?
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
a smidgen,
a smidgin,
a smidgeon
n
(tiny amount) (καθομιλουμένη)τόσο δα έκφρ
  μια σταλιά, μια σταλίτσα έκφρ
 If you're asking about the cake, I want just a smidgen.
a smidgen,
a smidgin of [sth],
a smidgeon of [sth]
n
(tiny amount of [sth](καθομιλουμένη)τόσο δα έκφρ
  μια σταλιά, μια σταλίτσα έκφρ
  ένα τσικ έκφρ
 She added a smidgen of cinnamon to the pie.
a smidgen,
a smidgin of [sth],
a smidgeon of [sth]
n
figurative (tiny amount) (καθομιλουμένη, μεταφορικά)ένα ψήγμα άρθ ορ + ουσ ουδ
 It's a cliché, but there's a smidgen of truth in it.
a smidgen,
a smidgin,
a smidgeon
adv
(a little, slightly) (καθομιλουμένη)ένα τσικ έκφρ
  λιγουλάκι επίρ
 Could you move your chair to the left a smidgen?
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση smidgeon στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «smidgeon».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!