setup

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsetʌp/US:USA pronunciation: IPAUSA pronunciation: IPA/ˈsɛtˌʌp/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
Σε αυτή τη σελίδα: setup, set up

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
setup,
also UK: set-up
n
(arrangement)διευθέτηση, οργάνωση ουσ θηλ
  διάταξη ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη: εξοπλισμός)στήσιμο ουσ ουδ
 You've got a great setup here for working from home.
setup,
also UK: set-up
n
(gathered equipment)εξοπλισμός ουσ αρσ
  εγκατάσταση ουσ θηλ
 We left our setup on stage for tomorrow night's concert.
 Αφήσαμε τον εξοπλισμό μας στη σκηνή για τη συναυλία που θα γίνει αύριο βράδυ.
setup,
also UK: set-up
n
informal (hoax, trap) (μεταφορικά)παγίδα ουσ θηλ
  τέχνασμα, κόλπο ουσ ουδ
 They invited you there as a set-up to rob your house.
 Το ότι σε κάλεσαν εκεί ήταν τέχνασμα για να ληστέψουν το σπίτι σου.
setup,
also UK: set-up
n
(computing: installation)εγκατάσταση ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)setup ουσ ουδ άκλ
 Double-click on the icon to start the setup.
 Κάντε διπλό κλικ στο εικονίδιο, για να ξεκινήσετε την εγκατάσταση.
setup,
also UK: set-up
n
(art: arrangement of objects) (τέχνη)σύνθεση ουσ θηλ
 I'm going to paint a simple still life set-up with a vase of flowers and a table cloth.
 Θα ζωγραφίσω μια απλή σύνθεση νεκρής φύσης αποτελούμενη από βάζο με λουλούδια και ένα τραπεζομάντιλο.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
set [sth] up,
set up [sth]
vtr + adv
(establish)ιδρύω ρ μ
  δημιουργώ ρ μ
  (μαγαζί, υποκατάστημα)ανοίγω ρ μ
 They set the new store up on Maple Street.
set [sth] up,
set up [sth]
vtr + adv
(assemble)συναρμολογώ ρ μ
  (συνήθως κάτι μεγάλο)στήνω ρ μ
 I bought my son a swing set and had to set it up in the yard yesterday.
 Αγόρασα για τον γιο μου ένα σετ με κούνιες και χρειάστηκε να το συναρμολογήσω στην αυλή χθες.
set [sb] up,
set up [sb]
vtr phrasal sep
informal (incriminate falsely)παγιδεύω ρ μ
  τη στήνω σε κπ εκφρ
 He's really paranoid and always thinks people are trying to set him up.
 Είναι πραγματικά παρανοϊκός και πάντα νομίζει ότι οι άλλοι προσπαθούν να τον παγιδεύσουν.
set [sth] up,
set up [sth]
vtr phrasal sep
(arrange)τοποθετώ ρ μ
  διατάσσω ρ μ
 Helen set up the chairs in a semi-circle.
set [sth] up,
set up [sth]
vtr phrasal sep
(organize)κανονίζω ρ μ
  (ραντεβού)κλείνω ρ μ
 Can we set up a meeting for 8 November?
set [sb] up vtr phrasal sep (two people: get together)κάνω προξενιό σε κπ έκφρ
  (αργκό)κάνω κονέ σε κπ έκφρ
 George and Lisa met when mutual friends set them up.
set [sb] up with [sth] v expr mainly US, informal (pay for drinks)κερνάω, κερνώ ρ μ
 That generous woman set us all up with drinks last night.
 Η γενναιόδωρη κυρία μας κέρασε όλους ποτά χτες το βράδυ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'setup' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση setup στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «setup».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!