productive

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/prəˈdʌktɪv/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/prəˈdʌktɪv/ ,USA pronunciation: respelling(prə duktiv)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
productive adj (activity: fruitful)παραγωγικός, αποτελεσματικός επίθ
 It's not productive to have the students simply copy sentences.
 Δεν είναι παραγωγικό οι μαθητές να αντιγράφουν απλά προτάσεις.
productive adj (time period: profitable)παραγωγικός, αποδοτικός επίθ
 We've had a very productive session this morning, gentlemen.
 Κύριοι, είχαμε μια πολύ παραγωγική συνεδρίαση σήμερα το πρωί.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
productive adj (cough: producing mucus)παραγωγικός επίθ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
counterproductive,
counter-productive
adj
(self-defeating)αντιπαραγωγικός επίθ
 Eating a pint of ice cream after you exercise is counterproductive.
nonproductive,
non-productive
adj
(unfruitful)αντιπαραγωγικός επίθ
  μη παραγωγικός περίφρ
  (επίσημο)μη επωφελής περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'productive' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση productive στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «productive».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!