mist

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈmɪst/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/mɪst/ ,USA pronunciation: respelling(mist)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
mist n (like fog or cloud)ομίχλη ουσ θηλ
  (λόγιος)αχλή ουσ θηλ
 Ryan could barely see the sun through the morning mist.
 Ο Ράιαν με το ζόρι έβλεπε τον ήλιο μέσα από την πρωινή ομίχλη.
mist n (spray of water) (μεταφορικά)σύννεφο, νέφος ουσ ουδ
  (μεταφορικά)δροσιά ουσ θηλ
  ψέκασμα ουσ ουδ
  (επίσημο)νεφέλωμα ουσ ουδ
 The hose sprayed a fine mist over the plants.
 Το μπεκ ψέκασε ένα μικρό σύννεφο πάνω από τα φυτά.
mist n (condensation) (συνήθως στη φύση)δροσιά ουσ θηλ
  σταγόνες ουσ θηλ πλ
  (σπάνιο)θολότητα ουσ θηλ
Σχόλιο: Αντί της λέξης θολότητα, συνήθως χρησιμοποιούμε την φράση «θόλωσε το τζάμι» για να περιγράψουμε το φαινόμενο πάνω σε γυαλί ή παράθυρο.
 There was a fine mist of condensation on the cold window.
mist n (tears)δάκρυα ουσ ουδ πλ
  υγρά μάτια επίθ + ουσ ουδ πλ
 Paul tried to wipe the mist from his eyes when he saw his son graduate.
mist [sth] vtr (spray as mist)ψεκάζω ρ μ
 Jenna misted water onto the mirror with a small spray bottle.
 Η Τζένα ψέκασε νερό πάνω στον καθρέφτη με ένα μικρό ψεκαστήρι.
mist vi (rain very lightly)ψιχαλίζει, ψιλοβρέχει ρ απρ
  (ανεπίσημο)ψεκάζει ρ απρ
 It was misting lightly when Kate went out, so she brought an umbrella.
 Ψιλόβρεχε όταν η Κέιτ βγήκε έξω και έτσι πήρε μια ομπρέλα.
mist vi (tears)υγραίνομαι ρ αμ
  θολώνω ρ αμ
  δακρύζω ρ αμ
 Rachel's eyes began to mist when she saw her mom.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
mist over vi phrasal (eyes: become teary)βουρκώνω ρ αμ
mist up vi phrasal (be covered with condensation)θολώνω ρ αμ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
sea mist n (thin fog coming in off the sea)ομίχλη/πάχνη από τη θάλασσα έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'mist' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: [buy, use] a mist humidifier, a water-mist [fountain, system, spray], [winter, dawn, morning, sea] mist, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση mist στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «mist».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!