make up for



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
make up for [sth] vtr phrasal insep (compensate)επανορθώνω για κτ ρ αμ + πρόθ
 She made up for being rude to me yesterday by inviting me out for coffee.
 Για να επανορθώσει για τη χθεσινή αγενή συμπεριφορά της μου πρότεινε να πάμε για καφέ.
make up for [sth] vtr phrasal insep (counter, outweigh)αντισταθμίζω ρ μ
 He'll never be able to make up for his lack of natural ability.
 Δεν θα μπορέσει ποτέ να αντισταθμίσει την έλλειψη έμφυτου ταλέντου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
make up for lost time v expr (compensate for past inaction)αναπληρώνω το χαμένο χρόνο έκφρ
  (για να προλάβω)κερδίζω το χαμένο χρόνο έκφρ
 Her father made up for lost time by buying her lots of presents.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'make up for' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση make up for στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «make up for».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!