glaring

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈglɛərɪŋ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈglɛrɪŋ/ ,USA pronunciation: respelling(glâring)

From the verb glare: (⇒ conjugate)
glaring is: Click the infinitive to see all available inflections
v pres p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: glaring, glare

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
glaring adj (light: shining harshly) (φώτα)εκτυφλωτικός επίθ
 The glaring lights were starting to give me a headache.
glaring adj (eyes: looking angrily)αγριεμένος επίθ
 When Mike's mother saw his grades she looked at him with glaring eyes.
glaring adj figurative (error: obvious)προφανής, εξόφθαλμος επίθ
  (καθομιλουμένη)που κάνει μπαμ περίφρ
 How could you not catch this glaring miscalculation?
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
glare vi (light: shine harshly)λάμπω, αστράφτω ρ αμ
  (κάποιον)τυφλώνω ρ μ
  είμαι εκτυφλωτικός ρ έκφρ
 It was midday and the sun was glaring.
 Ήταν μεσημέρι και ο ήλιος έλαμπε.
glare vi (give an angry look)αγριοκοιτάζω ρ μ
  (μεταφορικά)ρίχνω δολοφονικά βλέμματα περίφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχο αμετάβατο ρήμα.
 Tom sat in the corner glaring angrily.
glare at [sb] vi + prep (look angrily at [sb])αγριοκοιτάζω ρ μ
  (μεταφορικά)ρίχνω δολοφονικά βλέμματα σε κπ περίφρ
 Susan glared at her boyfriend.
 Η Σούζαν αγριοκοίταξε το φίλο της.
glare n (harsh light) (υπερβολικά έντονη)λάμψη ουσ θηλ
  εκτυφλωτικό φως επίθ + ουσ ουδ
  εκτυφλωτική λάμψη επίθ + ουσ θηλ
 Ron sneezed when he stepped into the bright glare of the sun.
 Ο Ρον φταρνίστηκε όταν βγήκε στο εκτυφλωτικό φως του ήλιου.
glare n (angry look)άγρια ματιά επίθ + ουσ θηλ
  αγριοκοίταγμα ουσ ουδ
 Kyle shot a glare at his mother.
 Ο Κάιλ έριξε μια άγρια ματιά στη μητέρα του.
the glare of [sth] n figurative (of publicity) (μεταφορικά: με γενική)το φως άρθ ορ + ουσ ουδ
  η προσοχή άρθ ορ + ουσ θηλ
 All politicians must learn to accept the glare of public scrutiny.
 Όλοι οι πολιτικοί πρέπει να μάθουν να δέχονται την προσοχή του δημόσιου εξονυχιστικού ελέγχου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
glare | glaring
ΑγγλικάΕλληνικά
antiglare,
anti-glare
adj
(protecting against light)αντιανακλαστικός επίθ
glass glare n (light reflection off glass) (γυαλί)αντανάκλαση ουσ θηλ
  καθρέφτισμα, αντικαθρέφτισμα ουσ ουδ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'glaring' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση glaring στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «glaring».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!