fill in



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
fill [sth] in,
fill in [sth]
vtr phrasal sep
(complete: a form, blank)συμπληρώνω ρ μ
 If you don't fill in every answer on the form, the inspector will be suspicious.
 Αν δεν συμπληρώσεις όλες τις απαντήσεις στο έντυπο, ο επιθεωρητής θα αρχίσει να έχει υποψίες.
fill [sth] in,
fill in [sth]
vtr phrasal sep
(details, information: provide in writing)συμπληρώνω ρ μ
 Please fill in your name, address and email so we can get back to you.
 Συμπληρώστε, παρακαλώ, το όνομά σας, τη διεύθυνση και το email σας, προκειμένου να επικοινωνήσουμε μαζί σας.
fill in vi phrasal informal (substitute for [sb])αντικαθιστώ ρ μ
 John had an emergency so I am filling in.
 Του Τζον του έτυχε κάτι επείγον και τον αντικαθιστώ εγώ.
fill in for [sb] vi phrasal + prep informal (substitute for [sb](κάποιον)αντικαθιστώ ρ μ
 I'm filling in for my boss at the board meeting next week.
 Θα αντικαταστήσω το αφεντικό μου στη συνεδρίαση του συμβουλίου την επόμενη βδομάδα.
fill [sb] in vtr phrasal sep figurative, informal (person: update)ενημερώνω ρ μ
 He had to leave the meeting for a while, so we filled him in when he got back.
 Έπρεπε να φύγει για λίγο από τη συνεδρίαση, γι' αυτό τον ενημερώσαμε όταν επέστρεψε.
fill [sb] in on [sth] v expr figurative, informal (person: update)ενημερώνω κπ για κτ ρ μ + πρόθ
 Andy filled me in on the latest developments.
 Ο Άντι με ενημέρωσε για τις τελευταίες εξελίξεις.
fill-in n informal (person: substitute)αντικαταστάτης, αντικαταστάτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The assistant coach will be the fill-in for the head coach who's ill tonight.
 Ο βοηθός προπονητή θα είναι ο αντικαταστάτης του επικεφαλής προπονητή που είναι άρρωστος απόψε.
fill-in adj informal (temporary)προσωρινός, πρόσκαιρος επίθ
 I'm afraid it's only a fill-in post we're offering you.
 Φοβάμαι πως η θέση που σου προσφέρουμε είναι προσωρινή.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
fill in the blanks v expr UK, informal, figurative (make inferences)συμπεραίνω ρ αμ
  εξάγω συμπεράσματα ρ έκφρ
  (μεταφορικά: συμπεραίνω)συμπληρώνω τα κενά περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'fill in' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση fill in στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «fill in».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!