WordReference English-Greek Dictionary © 2025:
| Κύριες μεταφράσεις |
| ebb n | (tide: outward flow) | άμπωτη ουσ θηλ |
| | With the ebb of the tide, the sea gradually drew back, revealing more of the beach. |
| | Με την άμπωτη της παλίρροιας η θάλασσα σταδιακά τραβήχτηκε προς τα πίσω αποκαλύπτοντας μεγαλύτερο μέρος της παραλίας. |
| ebb n | (decline) (μεταφορικά) | πτώση ουσ θηλ |
| | | μείωση ουσ θηλ |
| | This year has seen an ebb in the president's popularity. |
| | Αυτή τη χρονιά παρατηρήθηκε μια πτώση στη δημοτικότητα του προέδρου. |
| ebb⇒ vi | (tide: flow back) | υποχωρώ ρ αμ |
| | A crab was left stranded on the sand as the tide ebbed. |
| | Ένα καβούρι ξέμεινε στην άμμο καθώς η παλίρροια υποχώρησε. |
| ebb vi | (decline) | φθίνω, μειώνομαι ρ αμ |
| | (μεταφορικά) | χάνομαι, πέφτω ρ αμ |
| | Susan's strength was starting to ebb by the time she saw the finish line. |
| | Η αντοχή της Σούζαν είχε αρχίσει να πέφτει όταν αντίκρισε τη γραμμή του τερματισμού. |
WordReference English-Greek Dictionary © 2025: