comfort

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈkʌmfərt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈkʌmfɚt/ ,USA pronunciation: respelling(kumfərt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: comfort, comforter
Ο όρος 'comfort' παραπέμπει στον όρο 'comforter'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'comfort' is cross-referenced with 'comforter'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
comfort [sb] vtr (console [sb])παρηγορώ ρ μ
 The father comforted his crying child.
 Ο πατέρας παρηγόρησε το παιδί του που έκλαιγε.
comfort n (ease, relaxation)άνεση ουσ θηλ
 Comfort was Audrey's main consideration when buying a new mattress.
 The new chair allowed him to sit in comfort.
 Η άνεση ήταν το βασικό κριτήριο για την Ώντρεϋ όταν αγόρασε νέο στρώμα. // Η καινούρια του καρέκλα του επέτρεπε να κάθεται με άνεση.
comfort n (consolation)παρηγοριά ουσ θηλ
 The little girl needed the comfort of her teddy bear.
 Το κοριτσάκι χρειαζόταν την παρηγοριά που της προσέφερε το αρκουδάκι της.
comfort n (wealth)άνεση ουσ θηλ
 Rich people live in comfort.
 Οι πλούσιοι ζουν με άνεση.
comforts npl (item that makes life comfortable)ανέσεις ουσ θηλ πλ
 Prisoners at this facility enjoy few comforts.
 Οι φυλακισμένοι σε αυτό το σωφρονιστικό κατάστημα απολαμβάνουν λίγες ανέσεις.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
comforter,
comfort
n
US (quilt, bedcover)πάπλωμα ουσ ουδ
 Is this comforter washable?
 Αυτό το πάπλωμα πλένεται;
comforter n (person who consoles [sb](άτομο)παρηγοριά ουσ θηλ
  παρηγορητής, παρηγορήτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 He was her main comforter when her husband died.
comforter n UK (baby's dummy, pacifier) (παιδικό)νάνι ουσ ουδ άκλ
  πανάκι αγκαλιάς, πανάκι παρηγοριάς φρ ως ουσ ουδ
 The baby's comforter just fell on the floor.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
comfort | comforter
ΑγγλικάΕλληνικά
a crumb of comfort n figurative (small consolation)μια μικρή παρηγοριά έκφρ
  λίγη παρηγοριά επίθ + ουσ θηλ
cold comfort n (small, ineffective consolation)ψευτοπαρηγοριά ουσ θηλ
 The pension, though not insubstantial, was cold comfort to the widow of such a loving husband.
comfort food n (food that makes you feel better) (καθομιλουμένη: πιο γενικά)μαμαδίστικο φαγητό επίθ + ουσ ουδ
  φαγάκι ουσ ουδ
  (όρος της μαγειρικής)comfort food ουσ ουδ άκλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. Ο αγγλικός όρος αναφέρεται σε παραδοσιακό φαγητό που ξυπνά ευχάριστες αναμνήσεις.
 There's nothing like comfort food after a stressful day at work.
 Τίποτα δε συγκρίνεται με ένα μαμαδίστικο φαγάκι μετά από μια αγχωτική μέρα στη δουλειά.
comfort zone n (situation: at ease in)στο στοιχείο μου έκφρ
  κτ με το οποίο νιώθω άνετα περίφρ
 Jumping out of an airplane is outside of my comfort zone.
comfort zone n formal (temperature: comfortable) (επίσημο)ζώνη ιδανικής θερμοκρασίας, εύρος ιδανικής θερμοκρασίας περίφρ
  (καθομιλουμένη)θερμοκρασία στην οποία νιώθω άνετα περίφρ
 Control your comfort zone with Airco climate control systems.
 Ελέγξτε τη ζώνη ιδανικής θερμοκρασίας με τα συστήματα κλιματικού ελέγχου Airco.
give [sb] comfort,
give comfort to [sb]
vtr + n
(console, reassure)καθησυχάζω, παρηγορώ ρ μ
 Religion often gives comfort to people in times of trouble.
take comfort,
take comfort in [sth]
v expr
(feel consoled or reassured)παρηγορούμαι, βρίσκω παρηγοριά ρ μ
 Take comfort in knowing you did the very best you could.
too close for comfort adj (dangerously near to [sth/sb])υπερβολικά κοντά φρ ως επίρ
  τόσο κοντά που να προκαλεί ανησυχία περίφρ
 The suspicious-looking man was too close for comfort, so we crossed the street.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'comfort' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: comfort her at [the hospital, her death bed], [maximum, extra, total] comfort, comfort food, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση comfort στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «comfort».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!