clown

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈklaʊn/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/klaʊn/ ,USA pronunciation: respelling(kloun)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clown n (for children)κλόουν ουσ αρσ/θηλ άκλ
 To the children's surprise, a clown came to the birthday party.
 Προς έκπληξη των παιδιών, ένας κλόουν ήρθε στο πάρτυ γενεθλίων.
clown n (joking person)πλακατζής, πλακατζού ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (μεταφορικά, αποδοκιμασίας)καραγκιόζης ουσ αρσ
  (μεταφορικά, αποδοκιμασίας)κλόουν ουσ αρσ άκλ
  (μεταφορικά, επίσημο)γελωτοποιός ουσ αρσ
 Stop being a clown and get to work.
 Σταμάτα να κάνεις τον καραγκιόζη και άρχισε να δουλεύεις.
clown vi (act like a clown)χαζολογάω, χαζολογώ ρ αμ
  κάνω πλάκα περίφρ
  (αποδοκιμασίας)κάνω καραγκιοζιλίκια, κάνω χαζομάρες, κάνω τον καραγκιόζη, κάνω τον κλόουν περίφρ
 Jeremy was clowning during class and didn't finish his work.
 Ο Τζέρεμυ χαζολογούσε στο μάθημα και δεν τελείωσε την εργασία του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
clown n (rude, clumsy person) (μεταφορικά)καραγκιόζης ουσ αρσ
 Call security to escort this clown out of the building.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
clown around,
also UK: clown about
vi phrasal
informal (play the fool, behave in a silly way)χαζολογάω, χαζολογώ ρ αμ
  κάνω τον καραγκιόζη έκφρ
 One can never take him seriously; he's always clowning around.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
clown fish,
clownfish
n
(bright orange striped fish)ψάρι-κλόουν φρ ως ουσ ουδ
  clown fish ουσ ουδ άκλ
Σχόλιο: Στον πληθυντικό: ψάρια-κλόουν
 A clownfish darted out from the anemone.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'clown' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: a clown [act, school, costume], his clown [makeup, face], in a clown car, περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση clown στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «clown».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!