afraid

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈfreɪd/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/əˈfreɪd/ ,USA pronunciation: respelling(ə frād)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
afraid adj (scared)φοβάμαι ρ αμ
  (κατάσταση)φοβισμένος, τρομαγμένος μτχ πρκ
 You're trembling! Are you afraid?
 Εσύ τρέμεις! Φοβάσαι;
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Το παιδί ήταν τόσο τρομαγμένο που δε σταμάτησε λεπτό να κλαίει.
afraid of [sth/sb] adj (scared of [sth], [sb])φοβάμαι ρ μ
  (κάτι εμένα)με τρομάζει αντων + ρ μ
 When I was younger I was afraid of spiders.
 Όταν ήμουν μικρότερος, φοβόμουν τις αράχνες.
 Όταν ήμουν μικρότερος, με τρόμαζαν οι αράχνες.
afraid of doing [sth] adj (scared to do [sth])φοβάμαι να κάνω κτ περίφρ
 Joanne is afraid of trying new things in case she fails.
 Η Τζόαν φοβάται να δοκιμάσει καινούρια πράγματα μην τυχόν αποτύχει.
afraid,
afraid that
adj
(worried about possibility) (ότι/πως)φοβάμαι ρ μ
 I'm afraid my money might run out before the end of the trip.
 Φοβάμαι ότι μπορεί να ξεμείνω από χρήματα πριν από το τέλος του ταξιδιού.
afraid of doing [sth] adj (worried about [sth] happening) (ότι/πως, μήπως/μη)φοβάμαι ρ μ
 Sam was afraid of losing his job.
 Ο Σαμ φοβάται ότι μπορεί να χάσει τη δουλειά του.
 Ο Σαμ φοβάται μήπως χάσει τη δουλειά του.
afraid to do [sth] adj (hesitant)φοβάμαι να κάνω κτ περίφρ
 I'm afraid to jump from the bridge into the river.
 Φοβάμαι να πηδήξω στο ποτάμι από τη γέφυρα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
afraid of the dark adj (scared of darkness)φοβάμαι το σκοτάδι περίφρ
 She kept a nightlight on because she was afraid of the dark.
I'm afraid,
I'm afraid that
expr
(regretfully)φοβάμαι πως, φοβάμαι ότι περίφρ
 I'm afraid I didn't do a very good job yesterday.
 I'm afraid I must go now.
I'm afraid not interj (no, regretfully)φοβάμαι πως όχι έκφρ
  δυστυχώς όχι έκφρ
 "Professor, did you have time to read my essay?" "No, I'm afraid not."
I'm afraid so interj (yes, regretfully)αυτό φοβάμαι έκφρ
  φοβάμαι πως ναι, φοβάμαι πως έτσι είναι έκφρ
  δυστυχώς επίρ
 "Do I really have to take the test?" "I'm afraid so. It's compulsory."
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'afraid' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: afraid of [the dark, heights, spiders, ghosts, the ride], I am not afraid of [you, death], has [always, never] been afraid (of), περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση afraid στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «afraid».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!