afoot

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əˈfʊt/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/əˈfʊt/ ,USA pronunciation: respelling(ə fŏŏt)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
afoot adv (happening, going on)σε εξέλιξη έκφρ
  εν εξελίξει έκφρ
Σχόλιο: Η απόδοση αυτή δεν χρησιμοποιείται σε όλες τις περιπτώσεις, και συχνά παραλείπεται στη μετάφραση, π.χ. «Το γραφείο είναι πολύ ήσυχο σήμερα, κάτι περίεργο συμβαίνει!»
 The office is very quiet today; something strange is afoot!
afoot adv mainly US (walking, on foot)με τα πόδια φρ ως επίρ
  (σπάνιο)πεζή επίρ
 It sometimes takes longer to drive than to get to work afoot.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση afoot στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «afoot».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!