wakeboard



  • WordReference

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
wakeboard n (type of water-ski) (θαλάσσιο σπορ σε σανίδα)wakeboard, γουέικμπορντ ουσ ουδ άκλ
 I'm teaching Ruth how to do spins on a wakeboard.
wakeboard vi (sport: go wakeboarding) (θαλάσσιο σπορ σε σανίδα)κάνω wakeboard, κάνω γουέικμπορντ περίφρ
 Learn to wakeboard with our professional team of instructors.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση wakeboard στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «wakeboard».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!