verge

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈvɜːrdʒ/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/vɝdʒ/ ,USA pronunciation: respelling(vûrj)

Inflections of 'verge' (v): (⇒ conjugate)
verges
v 3rd person singular
verging
v pres p
verged
v past
verged
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
verge n (edge)άκρη ουσ θηλ
  χείλος ουσ ουδ
 Tom sat on the verge of the river bank, with his feet dangling in the water.
 Ο Τομ κάθισε στην άκρη της όχθης του ποταμού και βούτηξε τα πόδια του στο νερό.
verge n figurative (point of [sth])σημείο ουσ ουδ
  (συνήθως για κακό)πρόθυρα ουσ ουδ πλ
  όριο ουσ ουδ
 The boys' cruel taunts had brought Mark to the verge of tears.
 Rachel had been working on the boss for months and had finally brought him to the verge of agreeing with her project.
 Η Ρέιτσελ προσπαθούσε μήνες να πείσει το αφενιτκό και επιτέλους τον είχε φέρει στο σημείο που ήταν έτοιμος να συμφωνήσει μαζί της για το έργο.
 Τα σκληρά πειράγματα των αγοριών έφτασαν τον Μαρκ στο όριο του να βάλει τα κλάματα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
verge n UK (grass strip beside road)λωρίδα πρασίνου φρ ως ουσ θηλ
 The engine was making a strange noise, so Glenn pulled over onto the verge.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
verge on [sth] vtr phrasal insep (be almost equal to)αγγίζω τα όρια έκφρ
 Going into business with someone who has a conviction for fraud is verging on insanity!
 Το να συνεργαστείς με ένα άτομο που έχει καταδικαστεί για απάτη αγγίζει τα όρια της τρέλας!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
on the verge of [sth] expr (about to) (μεταφορικά: για κάτι κακό)στο χείλος του έκφρ
  στα πρόθυρα φρ ως επίρ
  (καλό ή κακό)στο όριο φρ ως επίρ
 This economy is on the verge of collapse!
on the verge of doing [sth] expr (about to do) (να κάνω κάτι)έτοιμος επίθ
  κοντεύω, ετοιμάζομαι ρ αμ
  (μεταφορικά: για κάτι κακό)στο χείλος του έκφρ
  στα πρόθυρα φρ ως επίρ
Σχόλιο: Επίσης: είμαι στο τσακ να κάνω κάτι
 Imogen was on the verge of going out, when the phone rang.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'verge' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση verge στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «verge».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!