• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
tear-off adj (can be torn off)που σκίζεται, που μπορεί να σκιστεί περίφρ
  (πιο απλά)αφαιρούμενος μτχ ενεστ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ΑγγλικάΕλληνικά
tear [sth] off,
tear off [sth]
vtr phrasal sep
(detach by ripping)σκίζω, κόβω ρ μ
 He tore off the wrapping to discover what was inside.
 Έσκισε το περιτύλιγμα για να ανακαλύψει τι ήταν μέσα.
tear off vi phrasal informal (leave hurriedly) (μεταφορικά)την κάνω έκφρ
 The bank robbers tore off in their car.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
tear [sb] off a strip,
tear a strip off [sb]
v expr
informal (berate, tell off) (καθομιλουμένη)τη λέω σε κπ έκφρ
  (αργκό)τα χώνω σε κπ έκφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση tear-off στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «tear-off».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!