streamline

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈstriːmlaɪn/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/ˈstrimˌlaɪn/ ,USA pronunciation: respelling(strēmlīn′)

Inflections of 'streamline' (v): (⇒ conjugate)
streamlines
v 3rd person singular
streamlining
v pres p
streamlined
v past
streamlined
v past p
  • WordReference
  • Definition
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
streamline [sth] vtr (contour)δίνω αεροδυναμικό σχεδιασμό σε κτ, δίνω αεροδυναμικό σχήμα σε κτ περίφρ
  κάνω κτ αεροδυναμικό περίφρ
 The designer streamlined the car's shape.
 Ο σχεδιαστής έκανε το σχήμα του αυτοκινήτου αεροδυναμικό.
streamline [sth] vtr figurative (make more efficient)εξορθολογίζω ρ μ
  βελτιστοποιώ ρ μ
  (κατά συνέπεια)κάνω πιο αποδοτικό περίφρ
 The boss plans to streamline this department, so all the work can be done by fewer people.
 Το αφεντικό σχεδιάζει να εξορθολογίσει αυτό το τμήμα ώστε όλη η δουλειά να γίνεται από λιγότερα άτομα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'streamline' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:
Συμφράσεις: streamline [the workforce, operations, processes], [the workforce] was streamlined, [technology, the need, efforts] to streamline (the), περισσότερα…

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση streamline στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «streamline».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!