• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: shuddering, shudder

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
shuddering adj (person: trembling)που τρέμει περίφρ
shuddering,
shuddery
adj
(breath: unsteady)κοφτός επίθ
  (μεταφορικά)που κόβεται επίθ
  ακατάστατος περίφρ
 The distressed woman spoke with shuddering breaths.
shuddering,
shuddery
adj
(car, structure, etc.: shaking, vibrating)που τραντάζεται περίφρ
  τρεμάμενος, δονούμενος μτχ πρκ
  που τρέμει, που δονείται περίφρ
 Travis asked the garage mechanic to take a look at his shuddering car.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
shudder vi (body: shake in emotion)τρέμω ρ αμ
  (λόγιος)ριγώ ρ αμ
 Linda shuddered when she thought how close she had come to a serious accident.
 Η Λίντα έτρεμε όταν σκεφτόταν ότι παραλίγο να πάθει σοβαρό ατύχημα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
shudder n (shaking)ρίγος ουσ ουδ
  (ανεπίσημο)τρέμουλο ουσ ουδ
  (ανεπίσημο)τρεμούλα ουσ θηλ
 The little boy's story would send a shudder down the spine of any parent.
shudder n figurative (shaking) (μεταφορικά)σεισμός ουσ αρσ
 A shudder went through the financial markets as news of the scandal spread.
shudder vi (thing: shake)σείομαι ρ αμ
  (καθομιλουμένη)ταρακουνιέμαι ρ αμ
 The building shuddered in the earthquake.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
shudder | shuddering
ΑγγλικάΕλληνικά
shudder at [sth] vi + prep (be frightened or repelled by) (σε κτ: ιδέα, σκέψη κ.λπ.)ανατριχιάζω ρ αμ
  τρέμω ρ αμ
 She shuddered at the thought of eating raw meat.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'shuddering' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση shuddering στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «shuddering».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!