seriousness

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˈsɪəriəsnɪs/

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
seriousness n (solemnity)σοβαρότητα, επισημότητα ουσ θηλ
 The seriousness of the occasion calls for formal dress.
 Η επισημότητα της περίστασης επιτάσσει επίσημο ένδυμα.
seriousness n (absence of humor)σοβαρότητα ουσ θηλ
 Her unusual seriousness made us think she wasn't feeling well.
 Η ασυνήθιστη σοβαρότητά της μας έκανε να σκεφτούμε ότι δεν αισθανόταν καλά.
seriousness n (commitment)σοβαρότητα, αφοσίωση ουσ θηλ
  δέσμευση ουσ θηλ
  το πόσο σοβαρά έχω πάρει κτ περίφρ
  το κατά πόσο εννοώ κτ περίφρ
 This challenge will test his seriousness about staying with us.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
in all seriousness adv (without joke or irony)με κάθε σοβαρότητα φρ ως επίρ
  σοβαρά επίρ
 In all seriousness, I think she has a point.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'seriousness' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση seriousness στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «seriousness».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!