observer

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/əbˈzɜːrr/US:USA pronunciation: respellingUSA pronunciation: respelling(əb zûrvər)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
observer n (witness, onlooker)παρατηρητής, παρατηρήτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
  (έγκλημα, ατύχημα κλπ)μάρτυρας ουσ αρσ/θηλ
  αυτόπτης μάρτυρας επίθ + ουσ αρσ/θηλ
 Observers at the scene all reported a red van.
 Όλοι οι μάρτυρες ανέφεραν ένα κόκκινο φορτηγάκι.
 Όλοι οι μάρτυρες ανέφεραν ένα κόκκινο φορτηγάκι.
observer n (silent delegate)παρατηρητής, παρατηρήτρια ουσ αρσ, ουσ θηλ
 The UN is sending observers to monitor the election.
 Τα Ηνωμένα Έθνη στέλνουν παρατηρητές για να εποπτεύσουν τις εκλογές.
observer n (commentator)σχολιαστής ουσ αρσ
 One observer said she thought an invasion was imminent.
 Ένας σχολιαστής είπε ότι εκείνη σκέφτηκε πως επίκειται εισβολή.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
forward observer n (military: artillery soldier)στρατιώτης πυροβολικού ουσ αρσ
 The assigned forward observer was killed by a sniper.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'observer' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση observer στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «observer».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!