motif

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/məʊˈtiːf/US:USA pronunciation: IPA and respellingUSA pronunciation: IPA/moʊˈtif/ ,USA pronunciation: respelling(mō tēf)

  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
motif,
motive
n
(design: repeated pattern)μοτίβο ουσ ουδ
 There's a fig leaf motif in the wallpaper.
 Η ταπετσαρία έχει ένα μοτίβο με φύλλα συκιάς.
motif,
motive
n
(music: recurring theme) (μουσική)μοτίβο ουσ ουδ
 We heard the motif signalling the return of the prince.
 Ακούσαμε το μοτίβο που σημαίνει την επιστροφή του πρίγκιπα.
motif,
motive
n
(central idea)μοτίβο, κεντρικό θέμα ουσ ουδ
 The motif of her latest book is that prison reform is necessary.
 Το κεντρικό θέμα του τελευταίου βιβλίου της είναι η αναγκαιότητα της αναμόρφωσης στη φυλακή.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'motif' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση motif στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «motif».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!