Σε αυτή τη σελίδα: modified, modify

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
modified adj (altered or customized)τροποποιημένος, αλλαγμένος μτχ πρκ
 Greg, who is disabled, drives a modified car.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
modify [sth] vtr (change, alter)τροποποιώ, αλλάζω, μεταβάλλω ρ μ
 The scientist had to modify his experiment.
modify [sth] vtr (grammar: add modifier to)τροποποιώ ρ μ
  προσθέτω τροποποιητή σε κτ περίφρ
 The English teacher tried to teach the students how to modify verbs.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
modify vi (change)αλλάζω, μεταβάλλομαι ρ αμ
  τροποποιούμαι ρ αμ
 The language modified over time.
modify [sth] vtr (vowel change)μετατρέπω, αλλάζω ρ μ
 The students tried to learn how to modify vowels to conjugate German verbs.
modify [sth] vtr (temper, lower)τροποποιώ, διορθώνω ρ μ
  μετριάζω, αμβλύνω, περιορίζω ρ μ
 The diplomat modified his demands in response to the situation.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
modified | modify
ΑγγλικάΕλληνικά
genetically modified,
genetically-modified
adj
(biologically altered)γενετικά τροποποιημένος περίφρ
Σχόλιο: A hyphen used when the adjective precedes the noun
genetically-modified organism n ([sth] altered biologically)γενετικά τροποποιημένος οργανισμός περίφρ
  (συντομογραφία)ΓΤΟ ουσ αρσ άκλ
GMO n initialism (genetically-modified organism) (συντομογραφία)ΓΤΟ ουσ αρσ άκλ
 Recent research suggests people should avoid eating GMOs.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'modified' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση modified στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «modified».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!