• WordReference
  • Definition

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
miter (US),
mitre (UK)
n
(Bishop's headdress)μίτρα ουσ θηλ
miter (US),
mitre (UK)
n
(fabric: mitred corner)λοξοτομή ουσ θηλ
miter [sth] (US),
mitre [sth] (UK)
vtr
(form a corner)κάνω γωνία σε κτ έκφρ
miter [sth] (US),
mitre [sth] (UK)
vtr
(form a miter joint)κάνω λοξοτομή σε κτ φρ
miter [sb] (US),
mitre [sb] (UK)
vtr
(bishop: confer a miter on) (θρησκεία: επίσκοπος)δίνω σε κπ τη δυνατότητα να φορέσει μίτρα περίφρ
  απονέμω σε κπ εκκλησιαστικό αξίωμα το οποίο επιτρέπει στον κάτοχό του τη χρήση μίτρας περίφρ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'miter' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση miter στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «miter».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!