mismatched



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: mismatched, mismatch

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
mismatched adj (not alike, not a pair)αταίριαστος επίθ
  (όχι ζευγάρι)παράταιρος επίθ
 My sister and her new boyfriend make kind of a mismatched couple.
mismatched adj (conflicting, not harmonious)αταίριαστος επίθ
  ασύμφωνος επίθ
 The two were completely mismatched and shouldn't have gotten married.
mismatched adj (colours: uncoordinated)αταίριαστος επίθ
  (καθομιλουμένη)άσχετος επίθ
 Your socks are mismatched; you're wearing a blue one and a red one.
mismatched adj (uneven ability)που δεν είναι στο ίδιο επίπεδο, που δεν είναι του ίδιου επιπέδου περίφρ
  που δεν είναι ισάξιος περίφρ
 This boxing match will be over in the first round. The boxers are completely mismatched, and Perez will be KO'd almost immediately.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
mismatch n (sports: uneven contest) (αγώνας)άνισος επίθ
 The game was a major mismatch; the home team didn't stand a chance.
 Ο αγώνας ήταν εντελώς άνισος, η γηπεδούχος δεν είχε καμιά πιθανότητα.
mismatch n (teams, opponents: uneven)άδικος συνδυασμός επίθ + ουσ αρσ
  κακός συνδυασμός, άνισος αγώνας επίθ + ουσ αρσ
  αντίπαλοι που δεν είναι ισάξιοι περίφρ
  (ζαργκόν: μπάσκετ)mismatch ουσ ουδ άκλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος και αποδίδεται κατά περίπτωση. Παρατίθενται ορισμένες εναλλακτικές.
 The two chess players were a mismatch, as they had very different ratings.
 Ο συνδυασμός των δύο σκακιστών ήταν άδικος καθώς είχαν πολύ διαφορετική θέση στη βαθμολογική κατάταξη.
mismatch n (sports: badly matched team, opponent)που δεν είναι στο ίδιο επίπεδο περίφρ
 The champion tennis player was a complete mismatch for his opponent, a beginner.
mismatch n (incompatible relationship)αταίριαστο ζευγάρι επίθ + ουσ ουδ
  ασυμφωνία χαρακτήρων επίθ + ουσ αρσ πλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος και αποδίδεται κατά περίπτωση. Παρατίθενται ορισμένες εναλλακτικές.
 Lynn and Carl's marriage was a mismatch; I'm not surprised they've divorced.
 Υπήρχε μεγάλη ασυμφωνία χαρακτήρων στον γάμο της Λιν με τον Κάιλ και δεν απορώ που χώρισαν.
mismatch n (things, people: badly matched pair)αταίριαστος επίθ
 The band and the song were a mismatch, which is why they sold so few downloads.
mismatch n (unsuited thing, person)κτ που δεν ταιριάζει περίφρ
 The school was a mismatch for Karen; there wasn't enough sport for her liking.
 Το σχολείο δεν ταίριαζε στην Κέιτ γιατί δεν είχε αρκετά αθλήματα της αρεσκείας της.
mismatch vi (people: are incompatible)δεν ταιριάζω περίφρ
  είμαι αταίριαστος περίφρ
mismatch n (incompatibility)ασυμβατικότητα ουσ θηλ
 There is a mismatch between students' expectations and the careers that are open to them.
mismatch vi (rivals, opponents, teams: uneven)δεν είμαι ισάξιος περίφρ
  δεν είμαι στο ίδιο επίπεδο περίφρ
mismatch [sth] vtr (match incorrectly)δεν ταιριάζω κτ σωστά περίφρ
  δεν ταιριάζω κτ με κτ, δεν συνδυάζω κτ με κτ περίφρ
 The designer mismatched the curtains.
 Ο διακοσμητής δεν ταίριαξε σωστά τις κουρτίνες.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
mismatch n (odd socks)διαφορετικός, αταίριαστος επίθ
  που δεν είναι ζευγάρι περίφρ
 Kelsey wore a mismatch of socks because she didn't want to sort them.
 Η Κέλσεϋ φόρεσε διαφορετικές κάλτσες γιατί δεν ήθελε να τις χωρίσει σε ζευγάρια.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'mismatched' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση mismatched στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «mismatched».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!